O MEΓΑΣ ΟΝ
ΤΟΝ ΚΑΛΟΥΣΕ
ΚΙ "ΕΚΕΙΝΟΣ" ΔΕΝ ΕΣΤΕΡΓΕ ΝΑ ΕΡΘΕΙ,
ΤΟΝ ΙΚΕΤΕΥΕ ΝΑ ΔΩΣΕΙ ΣΗΜΕΙΑ ΖΩΗΣ
ΚΙ " ΕΚΕΙΝΟΣ" ΣΙΓΟΥΣΕ.
ΤΟΝ ΕΚΛΙΠΑΡΟΥΣΕ ΝΑ ΤΟΝ ΛΥΠΗΘΕΙ ΚΙ "ΕΚΕΙΝΟΣ" ΕΜΕΝΕ ΑΔΙΑΦΟΡΟΣ,
ΒΥΘΙΣΜΕΝΟΣ ΜΈΣΑ ΣΤΗΝ "ΥΠΑΡΞΗ ΤΟΥ".
Η ΦΩΝΉ ΤΟΥ ΚΟΥΡΑΣΤΗΚΕ ΝΑ "ΤΟΝ" ΚΑΛΕΙ, ΤΟ ΧΕΡΙ ΤΟΥ ΠΑΡΑΛΥΣΕ
ΑΠΟ ΤΑ ΑΔΙΑΚΟΠΑ ΧΤΥΠΗΜΑΤΑ ΣΤΗΝ ΕΡΜΗΤΙΚΑ ΚΛΕΙΣΜΕΝΗ ΠΥΛΗ.
ΤΑ ΜΑΤΙΑ ΤΟΥ ΜΑΤΩΣΑΝ ΑΠΟ ΤΟ ΑΣΤΑΜΑΤΗΤΟ ΚΛΑΜΑ. ΕΝΑ ΧΑΣΜΑ ΤΟΝ ΧΩΡΙΖΕ
ΑΠΟ "ΕΚΕΙΝΟΝ" ΤΟΝ "ΚΥΡΙΟ" ΤΗΣ ΖΩΗΣ ΚΑΙ ΤΩΝ ΛΟΓΙΣΜΩΝ ΤΟΥ.ΟΛΟΚΛΗΡΗ Η ΕΣΩΤΕΡΙΚΗ
ΤΟΥ ΕΞΕΛΙΞΗ ΔΕΝ ΕΙΧΕ ΚΑΝΈΝΑ ΝΟΗΜΑ, ΑΦΟΥ ΒΡΙΣΚΟΤΑΝ ΑΠΟΚΟΜΕΝΟΣ ΑΠΟ ΤΗΝ
ΙΔΙΑ ΤΗΝ ΠΗΓΗ ΤΟΥ "ΝΟΗΜΑΤΟΣ".
Όλα είχαν βουβαθεί μέσα του
Όλα είχαν στεγνώσει.
Κάθισε σ’ενα σκαμνί ,σκάλισε κι έριξε στάχτες στα μαλλιά του.
Κάτωθε του απλώνονταν οι σύμπαντες κόσμοι και σε μια απόμακρη γωνιά, γαλάνιζε ο πλανήτης Γη , μια ασήμαντη κουκίδα στο αχανές
διάστημα.
Έμεινε σ’ αυτή τη θέση, σ’ αυτή την κατάσταση, με κάθε σπίθα της ζωής σβησμένη μέσα του,μιαν αιωνιότητα.
Το μόνο που δεν είχε σβήσει ήταν η αγάπη του για « Εκείνον».
Αυτή η αγάπη κάθε μέρα θέριευε και έγλυφε τα στεγνά τοιχώματα του στέρνου του.
πέρασαν κι άλλα χρονικά κυκλώματα ώσπου κάποτε ήρθε Εκείνος μόνος Του και τον βρήκε.
Ήρθε σιγά, ελαφροπάτητος,όπως ο κλέφτης εν τω μέσω της νυκτός.
Τον βρήκε γρηγορούντα, με αναμένη την λαμπάδα του θείου έρωτα στο στήθος του.
Τον χτύπησε απαλά στον ώμο,τον σήκωσε από το σκαμνί, του χαμογέλασε,
Τον πήρε από το χερι και τον οδήγησε στους δικούς Του χώρους.
Πόσο γλυκιά ήταν η φωνή Του!
Πόσο λαμπερή ήταν η παρουσία Του!
«Είσαι δικός μου» του είπε.Γεννήθηκες για μένα.Μ’ αγαπάς?»
Κρουνοί δακρύων έδωσαν την απάντηση."Από δω κι εμπρός θα είμαστε δύο σε ένα», του δήλωσε,
Κάτω οι κόσμοι λαμπύριζαν με ιδιαίτερη λάμψη.
Το διάστημα ανάμεσα στα αστέρια είχε γεμίσει απο πολύχρομη αστερόσκονη.
Και η Γη σε μιαν απόμακρη γωνιά του κόσμου,
Ακτινοβολούσε εορταστικά για την χαρά του παιδιού της.
anahs