ΨυχοθεραπείεςΑπό τα πανάρχαια χρόνια ήταν γνωστό ότι η ανθρώπινη επαφή και σχέση μπορεί ν'ανακουφίσει , ν'αλλάξει τον τρόπο συμπεριφοράς , να τροποποιήσει την εσωτερική του εικόνα του εαυτού ή την εικόνα του κόσμου . Όλες η ψηχοθεραπείες βασίζονται κατ'αρχήν σ'αυτή την καλά εδραιωμένη αλήθεια . Επιπλέον , όμως , προοδευτικά , διάφοροι ερευνητές-θεραπευτές προσπάθησαν να προσδιορίσουν συγκεκριμένους θεραπευτικούς παράγοντες και ανέπτυξαν συγκεκριμένες θεωρίες , στις οποίες βάσισαν τις ψυχοθεραπευτικές τους τεχνικές .
Ψυχοθεραπεία είναι μορφή θεραπείας των ψυχικών διαταραχών στην οποία ένα εκπαιδευμένο άτομο εγκαθιστά μια συμφωνία συνεργασίας με τον ασθενή και μέσα από μια καθορισμένη θεραπευτική επικοινωνία - λεκτική και μη λεκτική - επιχειρεί ν'ανακουφίσει την ψυχική διαταραχή , ν'αντιστρέψει η να μεταβάλει τη δυσπροσαρμοστική συμπεριφορά και να ενθαρρύνει την πρόοδο και την ανάπτυξη της προσωπικότητας . Η αντανάκλαση μιας επιτυχημένης ψυχοθεραπευτικής προσπάθειας , είτε απευθύνεται στην ανακούφιση των συμπτωμάτων κυρίως (π.χ. θεραπεία συμπεριφοράς) , είτε στη μεταβολή της προσωπικότητας (π.χ. ψυχανάλυση και αποκαλυπτική ψυχαναλυτική ψυχοθεραπεία) , είτε στην καλή λειτουργικότητα του ατόμου στις διαπροσωπικές σχέσεις και στην εργασία και η ευχάριστη χρησιμοποίηση του ελέυθερου χρόνου (διασκέδαση) .
Τύποι Ψυχοθεραπείας
ΨΥΧΟΔΥΝΑΜΙΚΗ ΨΥΧΟΘΕΡΑΠΕΙΑ
ΘΕΡΑΠΕΙΑ ΣΥΜΠΕΡΙΦΟΡΑΣ
ΨΥΧΟΘΕΡΑΠΕΙΑ ΕΠΙΚΕΝΤΡΟΜΕΝΗ ΣΤΟΝ ΠΕΛΑΤΗ
ΥΠΝΩΣΗ
ΓΝΩΣΤΙΚΗ ΘΕΡΑΠΕΙΑ
ΔΙΑΠΡΟΣΩΠΙΚΗ ΘΕΡΑΠΕΙΑ
ΘΕΡΑΠΕΙΑ ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝΤΟΣ
ΑΠΑΣΧΟΛΗΣΙΟΘΕΡΑΠΕΙΑ (Ή ΕΡΓΟΘΕΡΑΠΕΙΑ
Σωματικές θεραπείες
Οι σωματικές θεραπείες που χρησιμοπιούνται στη σύγχρονη ψυχιαρική είναι η φαρμακοθεραπεία και η ηλεκτροσπασμοθεραπεία .
ΦΑΡΜΑΚΟΘΕΡΑΠΕΙΑ
Η φαρμακοθεραπεία των ψυχικών διαταραχών βασίζεται στα ψυχοτρόπα φάρμακα .Τα ψυχοτρόπα φάρμακα είναι χημικοί παράγοντες που επιδρούν στον εγκέφαλο και επηρεάζουν τις ψυχικές λειτουργίες ή τη συμπεριφορά του ατόμου.Τα φάρμακα αυτά δεν έχουν αποδεχθεί μόνον αποτελεσματικά στην ανακούφιση των οξέων ψυχωτικών συμπτωμάτων , αλλά και χρήσιμα στην πρόληψη υποτροπών και στη σταθεροποιήση της λειτουργίας των ασθενών για μεγάλες χρονικές περιόδους .
Αντιψυχωτικά φάρμακα
Αντικαταθλιπτικά φάρμακα
Αντιμανικά φάρμακα
Αγχολυτικά φάρμακα
ΗΛΕΚΤΡΟΣΠΑΣΟΘΕΡΑΠΕΙΑ
Η ηλεκτροσπασμοθεραπεία ( επίσης γνωστή σαν "ηλεκτροσόκ" ), που πρωτοεφατμόστηκε το 1938 από τους Cerletti και Bini , ίσως είναι η πιο κακοδιαφημισμένη θεραπεία στην ιατρική . Η λαϊκή βιβλιογράφία την έχει παρουσιάσει σαν ένα απωθητικό και βάρβαρο χειρισμό . Η "κακή εντύπωση" οφείλεται κυρίως στην έλλειψη σύγχρονης ενημέρωσης για το πώς εφαρμόζεται σωστά και δημόσια αντίδραση για τις εξουσιαστικές πλευρές του συστήματος της ψυχικής υγείας . Εντούτοις οφείλουμε να σημειώσουμε ότι χάρη στα επιτεύγματα σύγχρονης φαρμακευτικής έχει περιοριστεί σε σημαντικό βαθμό η χρήση της .
Διαταραχή της Στύσης στον Άντρα
Διαγνωστικά κριτήρια
Α. Επίμονη ή επανειλημμένη αδυναμία ενός άντρα να επιτύχει ή να διατηρήσει επαρκή στύση μέχρι την ολοκλήρωση της σεξουαλικής δραστηριότητας.
Β. Η διαταραχή προκαλεί έντονη υποκειμενική ενόχληση ή δυσκολία στις διαπροσωπικές σχέσεις.
Καθώς ένας μεγάλος βαθμός αυτοεκτίμησης του άντρα επενδύεται στην ικανότητα του για στύση, είναι φανερό ότι η διαταραχή αυτή είναι δυνητικά από τις πιο ταπεινωτικές για τον άντρα.
Βέβαια, όλη η διαταραχή είναι απλά το αποτέλεσμα της μη καλής λειτουργίας του αντανακλαστικού αγγειακού μηχανισμού που γεμίζει με αίμα τα σηραγγώδη σώματα του πέους και το κάνει σκληρό.
Πιθανόν περισσότερο από το μισό του αντρικού πληθυσμού έχει βιώσει περιστασιακά παροδικά επεισόδια διαταραχής της στύσης, που όμως θεωρούνται μέσα στα όρια της φυσιολογικής σεξουαλικής συμπεριφοράς. Μόνον, όταν, όπως προαναφέρθηκε, τα επεισόδια αυτά είναι επίμονα ή επανειλημμένα θεωρούμε ότι υπάρχει διαταραχή.
Όπως και οί άλλες, έτσι κι αυτή η διαταραχή μπορεί να είναι ισόβια (πρωτοπαθής), όταν το άτομο ποτέ δεν κατάφερε να έχει μια ικανοποιητική στύση για να ολοκληρώσει τη σεξουαλική πράξη ή επίκτητη (δευτεροπαθής), αν το άτομο λειτουργούσε καλά στο παρελθόν και από ένα σημείο και μετά εμφάνισε διαταραχή της στύσης. Επίσης, μπορεί να είναι γενικευμένη ή καταστασιακή. Συνήθως, το άτομο έχει στύση όταν αυνανίζεται ή αυτόματα (π.χ. το πρωί).
Οί ψυχολογικοί παράγοντες παίζουν σημαντικό ρόλο στη διαταραχή αυτή, χωρίς όμως να είναι εύκολο να εξειδικευθούν. 'Άλλα άτομα χάνουν τη στύση τους με κάποιον σύντροφο κι όχι με άλλον, άλλα τη χάνουν κατά την είσοδο στον κόλπο, άλλα τη χάνουν πριν μπουν στον κόλπο κι άλλα με τις πρώτες κινήσεις του πέους μέσα στον κόλπο, άλλα δεν πετυχαίνουν καν ικανοποιητική στύση για να μπουν στον κόλπο. Γενικά, κάποιας μορφής απειλή προκαλεί άγχος κι αυτό δημιουργεί τη διαταραχή. Οί πηγές όμως της απειλής και του άγχους δεν βρίσκονται εύκολα, αν και μπορεί να σχετίζονται με παιδικές εμπειρίες ή με τρέχουσες καταστάσεις (π.χ. δημιουργία αναπτυξιακά τιμωρητικού υπερεγώ ή αισθημάτων ανεπάρκειας, συγκρούσεις ανάμεσα σε αισθήματα στοργής και τις σεξουαλικές («βρώμικες») επιθυμίες προς τη γυναίκα, ηθικές αναστολές, θυμός προς τη σύντροφο κτλ.). Κοινό, πάντως, είναι το άγχος του ατόμου «να τα καταφέρει» ή να αποδώσει (στο οποίο απευθύνεται και η θεραπεία - βλ. παρακάτω). Δεν αποκλείεται να υπάρχει και κάποια βιολογική ευαλωτότητα στον αγγειακό μηχανισμό, που να προδιαθέτει στη διαταραχή της στύσης.
Η διαταραχή μπορεί να συνδυάζεται με Διαταραχή Υποτονικής Σεξουαλικής Επιθυμίας και με Πρόωρη Εκσπερμάτωση (οπότε μπορούν να μπουν και αυτές οί διαγνώσεις).
ΣΕΞΟΥΑΛΙΚΕΣ ΠΑΡΕΚΚΛΙΣΕΙΣ Ή ΠΑΡΑΦΙΛΙΕΣ
Οί σεξουαλικές παρεκκλίσεις παλιότερα ονομάζονταν σεξουαλικές διαστροφές.
Πρόκειται για καταστάσεις που χαρακτηρίζονται από τα εξής:
Α. Για μια περίοδο τουλάχιστον 6 μηνών υπάρχουν επανειλημμένες, έντονες, σεξουαλικά διεγερτικές φαντασιώσεις, σεξουαλικές παρορμήσεις ή συμπεριφορές που γενικά αφορούν:
1) μη ανθρώπινα αντικείμενα
2) το να υποφέρει κανείς ή να κάνει τον σύντροφο του να υποφέρει, να ταπεινώνεται ή να ταπεινώνει τον σύντροφο του
3) παιδιά ή άλλα μη συναινούντα άτομα
Β. Η συμπεριφορά, οί σεξουαλικές παρορμήσεις ή οί φαντασιώσεις προκαλούν κλινικά σημαντική υποκειμενική ενόχληση ή έκπτωση στον κοινωνικό, επαγγελματικό ή άλλους σημαντικούς τομείς της λειτουργικότητας.
Καθώς παραφιλικές φαντασιώσεις ή παραφιλικό αντικείμενα (π.χ. σκηνές βίαιης συνουσίας ή γυναικεία εσώρουχα) είναι σεξουαλικά διεγερτικά για πολλά άτομα, η διάγνωση της Παραφιλίας δεν θα μπει αν δεν συντρέχουν τόσο η διάρκεια και η επανάληψη όσο και η έντονη υποκειμενική ενόχληση ή η λειτουργική έκπτωση (π.χ. οί παραφιλικές φαντασιώσεις ή συμπεριφορές είναι υποχρεωτικές, οδηγούν σε σεξουαλική δυσλειτουργία, απαιτούν τη συμμετοχή μη συναινούντων ατόμων, οδηγούν σε νομικές περιπλοκές, δημιουργούν προβλήματα σε κοινωνικές σχέσεις κ.ο.κ.).
Εκτός από τον Σεξουαλικό Μαζοχισμό, ο οποίος κι αυτός είναι 20 φορές συχνότερος στους άντρες απ' ότι στις γυναίκες, οί άλλες Παραφιλίες στην κλινική πράξη ποτέ δεν διαγιγνώσκονται σε γυναίκες, εκτός από ελάχιστες περιπτώσεις. Οί λόγοι γι' αυτό είναι άγνωστοι.
Πολλά άτομα με Παραφιλίες δεν θεωρούν ότι είναι άρρωστα και προσέρχονται στις υπηρεσίες ψυχικής υγείας μόνον όταν η συμπεριφορά τους τα φέρει σε σύγκρουση με το περιβάλλον, π.χ. τη σύζυγο, την οικογένεια ή τον νόμο.
Συχνά τα άτομα αυτά δεν μπορούν ν' ανταποδώσουν τρυφερότητα στη σεξουαλική επαφή ή πάσχουν και από διάφορες Σεξουαλικές Δυσλειτουργίες. Συχνές είναι και οί Διαταραχές της Προσωπικότητας.
Οί σεξουαλικές παρεκκλίσεις γενικά εγκαθίστανται στην εφηβεία και την αρχή της ενήλικης ζωής. Οί πιο συχνές (στις κλινικές) και υπηρεσίες ψυχικής υγείας είναι η Παιδοφιλία, η Ηδονοβλεψία και η Επιδειξιομανία.
Επιδειξιομανία
Διαγνωστικά κριτήρια
Α. Για μια περίοδο τουλάχιστον 6 μηνών, επανειλημμένες, έντονες, σεξουαλικά διεγερτικές φαντασιώσεις, σεξουαλικές παρορμήσεις ή συμπεριφορές που αφορούν την έκθεση των γεννητικών οργάνων του ατόμου σε μια ανυποψίαστη ξένη.
Β. Οί φαντασιώσεις, σεξουαλικές παρορμήσεις ή συμπεριφορές προκαλούν κλινικά σημαντική υποκειμενική ενόχληση ή έκπτωση στον κοινωνικό, επαγγελματικό ή άλλους σημαντικούς τομείς της λειτουργικότητας.
Μερικές φορές το άτομο αυνανίζεται ενώ εκθέτει τα γεννητικά του όργανα (ή ενώ φαντάζεται να τα εκθέτει). Η επίδειξη των γεννητικών οργάνων συχνά έχει σαν σκοπό να ξαφνιάσει ή να «σοκάρει» τη γυναίκα. Σ' άλλες περιπτώσεις, το άτομο έχει τη σεξουαλικά διεγερτική φαντασίωση, ότι η γυναίκα θα διεγερθεί σεξουαλικά από την επίδειξη. Γενικά, πάντως, ο επιδειξίας δεν επιχειρεί να έρθει σε σεξουαλική επαφή με το άτομο στο οποίο επιδεικνύεται (που μπορεί να είναι γυναίκα ή κοριτσάκι).
Η έναρξη της διαταραχής συμβαίνει συνήθως πριν τα 18, αν και μπορεί ν' αρχίσει και αργότερα. Οί επιδειξίες, αν και συλλαμβάνονται, δεν είναι συνήθως επικίνδυνοι για τα θύματα τους.
Ψυχοδυναμικά, θεωρείται ότι ο επιδειξίας επιβεβαιώνει τον ανδρισμό του επιδεικνύοντας το πέος του και παρατηρώντας την αντίδραση του θύματος - φόβο, έκπληξη, αηδία. Ασυνείδητα, το άτομο νιώθει ευνουχισμένο και ανίκανο. Η σύζυγος του μπορεί να είναι ασυνείδητα υποκατάστατο της μητέρας του, στην οποία ήταν πολύ προσκολλημένο στην παιδική ηλικία.
Φετιχισμός
Διαγνωστικά κριτήρια
Α. Για μια περίοδο τουλάχιστον 6 μηνών, επανειλημμένες, έντονες, σεξουαλικά διεγερτικές φαντασιώσεις, σεξουαλικές παρορμήσεις ή συμπεριφορές που αφορούν την χρήση άψυχων αντικειμένων (π.χ. γυναικεία εσώρουχα).
Β. Οί φαντασιώσεις, σεξουαλικές παρορμήσεις ή συμπεριφορές προκαλούν κλινικά σημαντική υποκειμενική ενόχληση ή έκπτωση στον κοινωνικό, επαγγελματικό ή άλλους σημαντικούς τομείς της λειτουργικότητας.
Γ. Τα φετιχιστικά αντικείμενα δεν περιορίζονται σε είδη της γυναικείας ενδυμασίας χρησιμοποιούμενα για την ένδυση με ρούχα του αντίθετου φύλου (όπως π.χ. συμβαίνει στον Παρενδυσιακό ή Τρανσβεστικό Φετιχισμό), ούτε σε αντικείμενα σχεδιασμένα με σκοπό τον απτικό σεξουαλικό ερεθισμό (π.χ. ένας δονητής).
Το άτομο με Φετιχισμό συχνά αυνανίζεται ενώ κρατά, χαϊδεύει ή μυρίζει τα «φετίχ» δηλ. στηθόδεσμους, γυναικεία εσώρουχα, κάλτσες, παπούτσια, μπότες κτλ. ή ζητά από τη σύντροφο του να τα φορέσει για να διεγερθεί. Συνήθως τα φετίχ είναι απαραίτητα για να διεγερθεί το άτομο σεξουαλικά και μπορεί να έχει πρόβλημα στύσης αν δεν υπάρχουν. Σημειώνουμε, ότι το νόημα του διαγνωστικού κριτηρίου Γ όσον αφορά τη δ.δ από τον Τρανσβεστικό Φετιχισμό, είναι ότι στον Φετιχισμό η σεξουαλική διέγερση προέρχεται από το γυναικείο ρούχο (το οποίο το άτομο δεν το φορά), ενώ στον Τρανσβεστικό Φετιχισμό η σεξουαλική διέγερση προέρχεται από την πράξη της ένδυσης με ρούχα του αντίθετου φύλου.
Η διαταραχή αρχίζει συνήθως στην εφηβεία, και τα φετίχ μπορεί να έχουν αποκτήσει την ειδική τους σημασία στην παιδική ηλικία.
Ψυχοδυναμικά, θεωρείται ότι τα φετίχ συμβολίζουν το γυναικείο πέος (που ο φετιχιστής αρνείται ότι το έχασε η γυναίκα και έτσι προσπαθεί να ξεπεράσει τον ασυνείδητο φόβο ευνουχισμού του). Μαθησιακά, πρεσβεύεται ότι τα φετίχ συνδέθηκαν με σεξουαλική διέγερση στην παιδική ηλικία.
Σεξουαλικός Μαζοχισμός
Διαγνωστικά κριτήρια
Α. Για μια περίοδο τουλάχιστον 6 μηνών, επανειλημμένες, έντονες, σεξουαλικά διεγερτικές φαντασιώσεις, σεξουαλικές παρορμήσεις ή συμπεριφορές που αφορούν την πράξη (πραγματική, όχι προσποιητή) όπου το άτομο ταπεινώνεται, δέρνεται, δένεται ή με κάποιο τρόπο το κάνουν να υποφέρει.
Β. Οί φαντασιώσεις, σεξουαλικές παρορμήσεις ή συμπεριφορές προκαλούν κλινικά σημαντική υποκειμενική ενόχληση ή έκπτωση στον κοινωνικό, επαγγελματικό ή άλλους σημαντικούς τομείς της λειτουργικότητας.
Έτσι το άτομο προτιμά να διεγείρεται ή διεγείρεται μόνον με το να δένεται, να δέρνεται, να ταπεινώνεται, να βασανίζεται (στην φαντασία ή στην πράξη). Τόσο ομοφυλόφιλα όσο και ετεροφυλόφιλα άτομα, άντρες ή και γυναίκες, μπορεί να αναπτύξουν Σεξουαλικό Μαζοχισμό. Η διαταραχή μπορεί ν' αρχίσει οποτεδήποτε, αλλά πιο συχνά εμφανίζεται στην αρχή της ενήλικης ζωής.
Σημειώνουμε, ότι είναι δυνατόν να συμβεί μόνιμη σωματική βλάβη, ευνουχισμός, ακόμη και θάνατος από τις παραφιλικές αυτές δραστηριότητες. Ιδιαίτερα επικίνδυνη είναι μια μορφή Σεξουαλικού Μαζοχισμού που λέγεται «Υποξυφιλία» (το άτομο διεγείρεται σεξουαλικά με πρόκληση στέρησης οξυγόνου με βρόχο, σακούλα, μάσκα, νιτρικά κ.ά.), γιατί μπορεί το άτομο να μην προλάβει να ξεφύγει την ασφυξία και τον θάνατο.
Ψυχοδυναμικά, ο Σεξουαλικός Μαζοχισμός αποδίδεται σε καταστρεπτικές φαντασίες στραμμένες ενάντια στον εαυτό και στην ανάγκη τιμωρίας του ατόμου για τις σεξουαλικές του επιθυμίες. Ακόμη, άτομα με αυτήν την παραφιλία μπορεί να είχαν παιδικές εμπειρίες που τα έπεισαν ότι ο πόνος είναι προϋπόθεση για τη σεξουαλική ευχαρίστηση.
Ο Σεξουαλικός Μαζοχισμός μερικές φορές συνυπάρχει με Φετιχισμό, Τρανσβεστικό Φετιχισμό ή Σεξουαλικό Σαδισμό.
Σεξουαλικός Σαδισμός
Διαγνωστικά κριτήρια
Α. Για μια περίοδο τουλάχιστον 6 μηνών, επανειλημμένες, έντονες, σεξουαλικά διεγερτικές φαντασιώσεις, σεξουαλικές παρορμήσεις ή συμπεριφορές που αφορούν πράξεις (πραγματικές, όχι προσποιητές) στις οποίες το να υποφέρει το θύμα ψυχολογικά ή σωματικά (συμπεριλαμβανόμενης και της ταπείνωσης) είναι σεξουαλικά διεγερτικό για το άτομο.
Β. Οί φαντασιώσεις, σεξουαλικές παρορμήσεις ή συμπεριφορές προκαλούν κλινικά σημαντική υποκειμενική ενόχληση ή έκπτωση στον κοινωνικό, επαγγελματικό ή άλλους σημαντικούς τομείς της λειτουργικότητας.
Ο Σεξουαλικός Σαδισμός, λοιπόν, είναι η πρόκληση σωματικού ή ψυχολογικού πόνου σ' ένα άλλο άτομο με σκοπό τη σεξουαλική διέγερση του παραφιλικού ατόμου. Το άλλο άτομο μπορεί να συναινεί ή όχι. Ο Σεξουαλικός Σαδισμός συμβαίνει τόσο σε ομοφυλόφιλα όσο και σε ετεροφυλόφιλα άτομα και συνήθως εμφανίζεται στην αρχή της ενήλικης ζωής. Η παραφιλική δραστηριότητα μπορεί να είναι ήπια ή μπορεί να προξενήσει κακώσεις ή και τον θάνατο. Μπορεί ο Σεξουαλικός Σαδισμός να συνοδεύεται και από Σεξουαλικό Μαζοχισμό στο ίδιο άτομο.
Ψυχαναλυτικά, θεωρείται ότι ο σαδισμός είναι άμυνα του ατόμου σε φόβους ευνουχισμού (το άτομο κάνει σε άλλους αυτά που φοβάται μη συμβούν σ' αυτό).
Τρανσβεστικός Φετιχισμός
Διαγνωστικά κριτήρια
Α. Για μια περίοδο τουλάχιστον 6 μηνών, σε έναν ετεροφυλόφιλο άντρα, επανειλημμένες, έντονες, σεξουαλικά διεγερτικές φαντασιώσεις, σεξουαλικές παρορμήσεις ή συμπεριφορές που αφορούν την ένδυση με ρούχα του αντίθετου φύλου.
Β. Οί φαντασιώσεις, σεξουαλικές παρορμήσεις ή συμπεριφορές προκαλούν κλινικά σημαντική υποκειμενική ενόχληση ή έκπτωση στον κοινωνικό, επαγγελματικό ή άλλους σημαντικούς τομείς της λειτουργικότητας.
Ο Τρανσβεστικός (ή Παρενδυσιακός) Φετιχισμός αρχίζει στην παιδική ηλικία ή στην αρχή της εφηβείας. Το παραφιλικό άτομο ντύνεται με ρούχα του αντίθετου φύλου και αυνανίζεται (ή έρχεται σε συνουσία) φαντασιώνοντας τον εαυτό του να είναι ταυτόχρονα το αντρικό υποκείμενο και το γυναικείο αντικείμενο της σεξουαλικής του φαντασίωσης. Το άτομο μπορεί να φορά μόνο κάποιο εσώρουχο ή μπορεί να ντύνεται ολόκληρο γυναίκα, να βάφεται και να κυκλοφορεί σαν γυναίκα σε τρανσβεστικές ομάδες. Ο βασικός προσανατολισμός του ατόμου είναι ετεροφυλοφιλικός (μπορεί, όμως, να έχει και περιστασιακές ομοφυλοφιλικές εμπειρίες). Ο Τρανσβεστικός Φετιχισμός μπορεί να συνδυάζεται με Σεξουαλικό Μαζοχισμό.
Η ένδυση με ρούχα του αντίθετου φύλου μπορεί να συνοδεύεται και με δυσφορία για τη φυλετική ταυτότητα. Εφόσον δεν πληρούνται τα κριτήρια για Διαταραχή της Ταυτότητας Φύλου, η διάγνωση θα είναι Τρανσβεστικός Φετιχισμός, Με Φυλετική Δυσφορία. Αν πληρούνται τα κριτήρια, θα δοθεί η επιπρόσθετη διάγνωση της Διαταραχής της Ταυτότητας Φύλου.
Ηδονοβλεψία
Ηδονοβλεψία
Διαγνωστικά κριτήρια
Α. Για μια περίοδο τουλάχιστον 6 μηνών, επανειλημμένες, έντονες, σεξουαλικά διεγερτικές φαντασιώσεις, σεξουαλικές παρορμήσεις ή συμπεριφορές που αφορούν την πράξη της παρατήρησης ενός ανυποψίαστου ατόμου που είναι γυμνό, ξεντύνεται ή βρίσκεται σε σεξουαλική δραστηριότητα.
Β. Οί φαντασιώσεις, σεξουαλικές παρορμήσεις ή συμπεριφορές προκαλούν κλινικά σημαντική υποκειμενική ενόχληση ή έκπτωση στον κοινωνικό, επαγγελματικό ή άλλους σημαντικούς τομείς της λειτουργικότητας.
Ο ηδονοβλεψίας δεν επιζητεί σεξουαλική δραστηριότητα με το παρατηρούμενο άτομο, αλλά μπορεί να αυνανισθεί κατά τη διάρκεια της παρακολούθησης ή μετά ανακαλώντας στη μνήμη του τη σκηνή. Η έναρξη της ηδονοβλεψίας είναι συνήθως πριν τα 15.
ΟΜΟΦΥΛΟΦΙΛΙΑ
Πάρα πολλοί άνθρωποι θεωρούν την ετεροφυλοφιλία σαν κάτι δεδομένο στις σχέσεις τους με τους άλλους ανθρώπους και σαν τη μόνη φυσιολογική ή επιτρεπτή σεξουαλική λειτουργία. Υπάρχει, όμως, ένας μεγάλος αριθμός αντρών και γυναικών που προτιμούν σεξουαλικούς συντρόφους του ίδιου φύλου. Το κατά πόσο οί ομοφυλόφιλοι φίλοι, συνάδελφοι και ασθενείς νιώθουν ότι μπορούν να συζητήσουν με τον κλινικό τις σεξουαλικές τους προτιμήσεις, εξαρτάται κατά μεγάλο μέρος από τη δική του ευαισθησία και δεκτικότητα στις μη ετεροφυλοφιλικές προτιμήσεις και τρόπους ζωής.
Έχει ειπωθεί ότι οί ανά τον κόσμο ομοφυλόφιλοι έχουν τόσα κοινά μεταξύ τους όσα και οί άνθρωποι που πίνουν καφέ. Υπάρχει πολύ μεγάλη διαφορά σε χαρακτηριστικά της προσωπικότητας, τρόπο ζωής και τύπο σεξουαλικών δραστηριοτήτων μεταξύ ανθρώπων που ο κύριος προσανατολισμός τους είναι ομοφυλόφιλος. Είναι αρκετά δύσκολο να (καθ)ορίσει κανείς την ομοφυλοφιλία. Πού θα κατατάξει κανείς αυτούς που ενώ έχουν ετεροφυλοφιλικές σχέσεις έχουν ομοφυλοφιλικές φαντασιώσεις ή αυτούς που εμπλέκονται σε σεξουαλικές δραστηριότητες και με άντρες και με γυναίκες ή τα άτομα που απότομα αλλάζουν σεξουαλικό προσανατολισμό στη μέση ηλικία;
Επιπολασμός
Ομοφυλοφιλική συμπεριφορά παρατηρείται σ' όλες τις κοινωνίες. Είναι δύσκολο κανείς να καθορίσει τον επιπολασμό της ομοφυλοφιλίας, πρώτα γιατί υπάρχει, όπως αναφέραμε, πρόβλημα στο να ορισθεί τι αποτελεί ομοφυλοφιλία και δεύτερο γιατί ένα μεγάλο ποσοστό ομοφυλοφιλίας είναι άγνωστο λόγω κοινωνικών διακρίσεων και πιέσεων που δρουν ενάντια στην ανοιχτή αποκάλυψη του ομοφυλοφιλικού προσανατολισμού. Ίσως τα πιο έγκυρα στοιχεία, ακόμη και σήμερα, είναι αυτά του Kinsey και των συνεργατών του, που στις εργασίες τους το 1948 και 1953 για τη σεξουαλική συμπεριφορά αντρών και γυναικών στις ΗΠΑ, πήραν συνεντεύξεις από περισσότερους από 11.000 άντρες και περίπου 8.000 γυναίκες. Ο Kinsey βρήκε ότι 4% των αντρών ήταν αποκλειστικά ομοφυλόφιλοι καθ' όλη τη διάρκεια της ενήλικης τους ζωής, ενώ άλλα 10% ήταν κατ' εξοχήν ομοφυλόφιλοι τουλάχιστον για τρία χρόνια μεταξύ 16 και 55 χρονών. Η έκπληξη για τους Αμερικανούς ήταν η αποκάλυψη ότι 37% των αντρών, σύμφωνα με τα στοιχεία του Kinsey, είπαν ότι είχαν τουλάχιστον μία σεξουαλική εμπειρία με κάποιον άλλο άντρα που έφθασε ή όχι σε οργασμό μετά την έναρξη της εφηβείας τους (50% ανέφεραν κάποια ομοφυλοφιλική εμπειρία ή διέγερση). Τα στοιχεία του Kinsey έδειξαν ότι ο επιπολασμός της ομοφυλοφιλίας μεταξύ των γυναικών ήταν μικρότερος απ' ότι των αντρών. Γύρω στο 28% των γυναικών από το δείγμα ανάφεραν κάποια ομοφυλοφιλική εμπειρία ή διέγερση σε κάποια φάση της ζωής τους, ενώ 13% είχαν και οργασμό. Υπολογίστηκε ότι ο επιπολασμός της αποκλειστικής ομοφυλοφιλίας στις γυναίκες του δείγματος ήταν ανάμεσα στο μισό και το ένα τρίτο του επιπολασμού των αντρών. Γενικά, πάντως, μπορούμε να πούμε ότι ο επιπολασμός της αποκλειστικής ή κατ' εξοχήν ομοφυλοφιλίας στους άντρες είναι περίπου 4-6% και στις γυναίκες περίπου 2%.
Αιτιολογία
Γιατί άλλοι άνθρωποι αναπτύσσουν ετεροφυλόφιλο και άλλοι ομοφυλόφιλο προσανατολισμό; Δεν υπάρχουν ξεκάθαρες απαντήσεις. Στην προσπάθεια να διευκρινίσουν τις αιτίες της ομοφυλοφιλίας, οί ερευνητές έχουν διερευνήσει ποικίλες ψυχολογικές και βιολογικές υποθέσεις.
Η κλασική ψυχαναλυτική θεωρία βλέπει την ομοφυλοφιλία σαν μια καθήλωση της ψυχοσεξουαλικής ανάπτυξης. Για τους άντρες πιστεύεται ότι το πρόβλημα είναι αποτέλεσμα εμπειριών της παιδικής ηλικίας με μια πολύ (θα λέγαμε ασφυκτικά) κοντινή, δεσμευτική και σαγηνευτική μητέρα και ένα παθητικό, εχθρικό ή απουσιάζοντα πατέρα. Για τις γυναίκες δεν έχει προταθεί καμιά ξεκάθαρη υπόθεση με κάποιου είδους οικογενειακό σχήμα, αλλά οί παραδοσιακές θεωρίες πιστεύουν ότι η ομοφυλοφιλία μεταξύ των γυναικών είναι αποτέλεσμα άλυτων αναπτυξιακών δυσκολιών. Αυτές οί ψυχαναλυτικές υποθέσεις δεν έχουν επικυρωθεί συστηματικά στην κλινική πράξη της θεραπείας ομοφυλόφιλων αντρών και γυναικών. Και οπωσδήποτε αυτή η έρευνα μειονεκτεί, γιατί το μεγαλύτερο μέρος της έγινε με ομοφυλόφιλους που επισκέφθηκαν ψυχιάτρους για ψυχολογικά προβλήματα και επομένως επηρέασαν το δείγμα προς την κατεύθυνση της ύπαρξης ψυχικών διαταραχών.
Οί γενετικές θεωρίες προσπαθώντας να εξηγήσουν την αιτιολογία της ομοφυλοφιλίας με έρευνες σε διδύμους, έδειξαν ότι υπάρχει υψηλότερου βαθμού συμφωνία για ομοφυλοφιλία σε μονοζυγώτες διδύμους απ' ότι σε διζυγώτες. Υπάρχουν όμως και οί περιπτώσεις όπου ομοφυλοφιλία δεν παρατηρείται και στους δύο μονοζυγώτες διδύμους, ενώ έρευνες που συγκρίνουν διδύμους που μεγάλωσαν μαζί με αυτούς που μεγάλωσαν χωριστά (που θα διαχώριζε γενετικό από περιβαλλοντικό παράγοντα) δεν έχουν γίνει ακόμη. Μέχρι τώρα δεν έχει κατορθωθεί ν' αποδειχθεί ή να αποκλεισθεί το αν ο γενετικός παράγοντας παίζει ρόλο στον ομοφυλοφιλικό προσανατολισμό.
Νευροενδοκρινικές μελέτες. Έρευνες των επιπέδων τεστοστερόνης στο αίμα δεν έδειξαν συστηματικά και σταθερά διαφορές μεταξύ ομοφυλόφιλων και ετεροφυλόφιλων ατόμων. Πιο πρόσφατες έρευνες έχουν εστιασθεί στην υπόθεση ότι διαφορετικά επίπεδα εμβρυϊκών ανδρογόνων στην ενδομήτρια περίοδο του ατόμου πιθανόν να προγραμματίζουν την ανάπτυξη του εμβρύου προς την ετεροφυλόφιλη ή την ομοφυλόφιλη κατεύθυνση. Μέχρι σήμερα, δεν υπάρχουν σαφή συμπεράσματα από αυτές τις έρευνες.
Τελικά, λοιπόν, θα μπορούσε κανείς να πει ότι οί διάφορες θεωρίες, ψυχολογικές και βιολογικές, που προτάθηκαν για την εξήγηση των αιτίων της ομοφυλοφιλίας δεν έχουν αποδειχθεί ακόμη. Είναι πιθανόν ότι τόσο περιβαλλοντικοί, όσο και βιολογικοί παράγοντες παίζουν ρόλο στη γένεση της ομοφυλοφιλίας, όπως βέβαια συντελούν και στη γένεση της ετεροφυλοφιλίας.
Τρόπος ζωής
Μεγάλη δημοσιότητα έχει δοθεί στον τρόπο ζωής των ομοφυλόφιλων, που στερεότυπα υποτίθεται ότι χαρακτηρίζεται από συχνές ανώνυμες σεξουαλικές επαφές χωρίς ιδιαίτερη συναισθηματική εμπλοκή. Τέτοιου είδους στερεότυπες εικόνες πράγματι ταιριάζουν για ορισμένους ομοφυλόφιλους και περισσότερο για άντρες παρά για γυναίκες. Όμως, η συνήθως ανώνυμη σεξουαλική επαφή είναι τυπική για μια μόνο ομάδα ομοφυλόφιλων. Υπάρχουν και αυτοί που έχουν σταθερούς δεσμούς και που τις περισσότερες φορές είναι αφανείς.
Μερικοί κλινικοί αναφέρουν τις περιστασιακές σχέσεις σαν απόδειξη ότι οί ομοφυλόφιλοι και ειδικά οί άντρες δεν μπορούν να διατηρήσουν στενές σχέσεις διαρκείας. 'Άλλοι ισχυρίζονται ότι αυτό συμβαίνει επειδή η κοινωνία δεν παρέχει στους ομοφυλόφιλους κοινωνικά στηρίγματα που θα τους βοηθούσαν να αναπτύξουν σταθερότερες σχέσεις, όπως π.χ. βοηθάει ο γάμος τους ετεροφυλόφιλους. Γενικά, ο κλινικός συζητώντας είτε με ετεροφυλόφιλους είτε με ομοφυλόφιλους ασθενείς δεν θα πρέπει να προαποφασίζει σχετικά με τον τρόπο ζωής ή τη σεξουαλική συμπεριφορά του ατόμου. Καλό είναι να περιμένει τον ασθενή του να του πει εκείνος όλα τα σχετικά με τη ζωή του, αφού καταφέρει να του επικοινωνήσει, όμως, ότι μπορεί να τον ακούσει χωρίς προκαταλήψεις.
Ψυχοπαθολογία
Συνεχίζει ακόμη να υπάρχει σημαντική διαφωνία μέσα στην κοινωνία αλλά και ανάμεσα σ' αυτούς που ασχολούνται με την ψυχική υγεία, σχετικά με το αν η ομοφυλοφιλία είναι ή όχι ψυχική διαταραχή. Αν και ο Freud δεν πίστευε ότι είναι, πολλοί ψυχίατροι μετά από αυτόν θεώρησαν την ομοφυλοφιλία σαν παθολογική. Πρόσφατες μελέτες σε μεγάλο ομοφυλόφιλο και ετεροφυλόφιλο μη νοσηλευόμενο πληθυσμό δεν υποστηρίζουν καθόλου τη θέση ότι η ομοφυλοφιλία σχετίζεται με παθολογικά στοιχεία προσωπικότητας ή με αυξημένη συναισθηματική δυσφορία ή με κοινωνική δυσλειτουργία. Πιστεύεται, λοιπόν, σήμερα ότι το φάσμα της ψυχοπαθολογίας που ανευρίσκεται σε ομοφυλόφιλους είναι τόσο ευρύ, όσο και αυτό που ανευρίσκεται στους ετεροφυλόφιλους.
Θεραπεία
Πολλά είδη θεραπειών έχουν χρησιμοποιηθεί στην προσπάθεια να βοηθήσουμε τα άτομα που θέλουν να αλλάξουν τον ομοφυλοφιλικό τους προσανατολισμό. Ψυχοθεραπεία, ψυχανάλυση και θεραπεία συμπεριφοράς είναι οί πιο συνηθισμένοι τρόποι, όλοι, όμως, είχαν περιορισμένη αποτελεσματικότητα. Ορισμένοι κλινικοί υπολογίζουν ότι το ένα τρίτο των ομοφυλόφιλων αντρών που αρχίζουν θεραπεία με σκοπό την αλλαγή του σεξουαλικού τους προσανατολισμού επιτυγχάνουν ν' αλλάξουν τον προσανατολισμό τους σε ετεροφυλοφιλικό. Άλλοι, όμως, είναι πιο απαισιόδοξοι για την πιθανότητα επίτευξης αλλαγής διαρκείας του σεξουαλικού προσανατολισμού με τη βοήθεια οποιασδήποτε θεραπείας. Για τους άντρες, παράγοντες που φαίνονται να είναι υπέρ της πιθανότητας επίτευξης ετεροφυλοφιλικού προσανατολισμού είναι η ηλικία (κάτω των 35 ετών), κάποια εμπειρία με ετεροφυλόφιλη διέγερση και υψηλός βαθμός κινητοποίησης για αλλαγή. Πολύ λίγα στοιχεία υπάρχουν για ομοφυλόφιλες γυναίκες.
Πολλά ομοφυλόφιλα άτομα που ενοχλούνται από τον σεξουαλικό τους προσανατολισμό αντιμετωπίζονται με υποστηρικτικές — συμβουλευτικές μεθόδους που δεν στοχεύουν στο να αλλάξουν τις σεξουαλικές τους προτιμήσεις, αλλά προσπαθούν να βοηθήσουν το άτομο να είναι πιο άνετο με τον ομοφυλοφιλικό τρόπο ζωής ελαττώνοντας την ντροπή, την ενοχή και το άγχος που συνήθως συνυπάρχουν με την ομοφυλοφιλία. Βασικά, με κάθε ομοφυλόφιλο άτομο, ο κλινικός θα πρέπει προσεκτικά να διευκρινίσει τι στο βάθος θέλει και τι μπορεί και κατόπιν να κατευθύνει τη θεραπευτική του προσέγγιση είτε προς την προσπάθεια αλλαγής του ομοφυλόφιλου προσανατολισμού σε ετεροφυλόφιλο ή τουλάχιστον αμφιφυλόφιλο - δύσκολο αλλά όχι ακατόρθωτο - ή προς την καλύτερη προσαρμογή στον ομοφυλόφιλο προσανατολισμό.
Όσον αφορά τα προβλήματα που η επιδημία του ΑIDS δημιουργεί σε πολλούς ομοφυλόφιλους και τη θεραπευτική τους αντιμετώπιση, βλέπε παρακάτω στο κεφάλαιο για το ΑIDS.
ΔΙΑΤΑΡΑΧΕΣ ΤΗΣ ΤΑΥΤΟΤΗΤΑΣ ΦΥΛΟΥ
Διαταραχή της Ταυτότητας Φύλου
Το βασικό χαρακτηριστικό της διαταραχής αυτής είναι μια ασυμφωνία ανάμεσα στο φύλο που δηλώθηκε στο πιστοποιητικό γεννήσεως και την ταυτότητα φύλου (ή φυλετική ταυτότητα). Η ταυτότητα φύλου είναι η αίσθηση του σε ποιο φύλο ανήκει κανείς, δηλ. η ενημερότητα ή συνείδηση ότι «είμαι αγόρι» ή «είμαι κορίτσι». Η ταυτότητα φύλου είναι η εσωτερική εμπειρία του φυλετικού ρόλου και ο φυλετικός ρόλος είναι η δημόσια έκφραση της ταυτότητας φύλου.
Διαγνωστικά κριτήρια
Α. Μια έντονη και επίμονη ταυτοποίηση με το άλλο φύλο (όχι απλά επιθυμία για τα οποιαδήποτε πολιτισμικά πλεονεκτήματα θεωρεί ότι έχει σαν άλλο φύλο).
Στα παιδιά, η διαταραχή εκδηλώνεται με τέσσερα (ή περισσότερα) από τα παρακάτω:
(1) επανειλημμένα δηλωμένη επιθυμία να είναι ή επιμονή ότι αυτός ή αυτή ανήκει στο άλλο φύλο
(2) στα αγόρια, προτίμηση για ένδυση με ρούχα του άλλου φύλου ή προσποίηση ότι φορούν γυναικεία ρούχα* στα κορίτσια, επιμονή να φορούν μόνο στερεότυπα ανδρικά ρούχα
(3) έντονη και επίμονη προτίμηση να έχει στο φαντασιακό παιχνίδι ρόλους του άλλου φύλου ή επίμονες φαντασιώσεις ότι ανήκει στο άλλο φύλο
(4) έντονη επιθυμία να συμμετέχει στα στερεότυπα παιχνίδια και τις διασκεδάσεις του άλλου φύλου
(5) έντονη προτίμηση για συμπαίκτες του άλλου φύλου
Στους εφήβους και τους ενηλίκους, η διαταραχή εκδηλώνεται με συμπτώματα όπως η δηλωμένη επιθυμία να ανήκει κάποιος στο άλλο φύλο, το να περνά συχνά σαν άτομο του άλλου φύλου, η επιθυμία να ζήσει ή να αντιμετωπίζεται από τους άλλους σαν άτομο του άλλου φύλου ή η πεποίθηση ότι αυτός ή αυτή έχει τα τυπικά συναισθήματα και τις αντιδράσεις του άλλου φύλου.
Β. Επίμονη δυσφορία με το φύλο του/ της ή αίσθηση ότι δεν ταιριάζει με τον φυλετικό ρόλο αυτού του φύλου.
Στα παιδιά, η διαταραχή εκδηλώνεται με οποιοδήποτε από τα παρακάτω: στα αγόρια, ισχυρισμός ότι το πέος ή οί όρχεις είναι αηδιαστικά ή θα εξαφανιστούν ή ισχυρισμός ότι θα ήταν καλύτερα να μην έχουν πέος ή αποστροφή για το άγριο παιχνίδι και απόρριψη των στερεότυπων αγορίστικων παιχνιδιών, αγώνων και δραστηριοτήτων στα κορίτσια, απόρριψη της ούρησης σε καθιστή θέση, ισχυρισμός ότι έχει ή ότι θα αναπτύξει πέος ή ισχυρισμός ότι δεν θέλει να αναπτύξει στήθος ή να έχει περίοδο ή έντονη αποστροφή για το συνηθισμένο θηλυκό ντύσιμο.
Στους εφήβους και τους ενηλίκους, η διαταραχή εκδηλώνεται με συμπτώματα όπως η έντονη ενασχόληση του ατόμου με το να απαλλαγεί από τα πρωτεύοντα και δευτερεύοντα χαρακτηριστικά του φύλου (π.χ. με αίτημα για λήψη ορμονών, για εγχείρηση ή για άλλες διαδικασίες για να αλλάξει σωματικά τα σεξουαλικά χαρακτηριστικά, ώστε να περάσει ως άλλο φύλο) ή η πεποίθηση ότι αυτός ή αυτή γεννήθηκαν με λάθος φύλο.
Γ. Η διαταραχή δεν συμπίπτει με μια σωματική κατάσταση ενδιάμεσου φύλου.
Δ. Η διαταραχή προκαλεί κλινικά σημαντική υποκειμενική ενόχληση ή έκπτωση στον κοινωνικό, επαγγελματικό ή άλλους σημαντικούς τομείς της λειτουργικότητας.
Θεραπεία
Αν και δεν είναι σίγουρο ότι τα αποτελέσματα της χειρουργικής αλλαγής φίλου όσον αφορά την κοινωνική και επαγγελματική προσαρμογή του ατόμου είναι καλύτερα από της ψυχοθεραπείας, εντούτοις πολλά άτομα με Διαταραχή της Ταυτότητας Φύλου (δηλ. Τρανσεξουαλισμό) επιμένουν και τελικά κάνουν χειρουργική αλλαγή φύλου.
Το άτομο που θ' αλλάξει από άντρας σε γυναίκα, παίρνει ορμόνες (π.χ. οιστραδιόλη, προγεστερόνη) για ν' αποκτήσει μαστούς και θηλυκό περίγραμμα σώματος, κάνει ηλεκτρόλυση για ν' απαλλαγεί από τις τρίχες και τελικά κάνει χειρουργικές επεμβάσεις για ν' αφαιρεθούν οί όρχεις και το πέος και να κατασκευασθεί κόλπος. Το άτομο που θ' αλλάξει από γυναίκα σε άντρας, υφίσταται μαστεκτομή, υστερεκτομή και ωοθηκεκτομή, παίρνει τεστοστερόνη για ν' αναπτύξει μυϊκή μάζα και να βαθύνει τη φωνή του και μπορεί να προσπαθήσει ν' αποκτήσει χειρουργικά πέος. Οπωσδήποτε, η χειρουργική αλλαγή από άντρα σε γυναίκα είναι επιτυχέστερη, γιατί ακόμα δεν έχει κατασκευασθεί πέος ικανό για στύση και εκσπερμάτωση.
Σε άτομα που δεν ζητούν χειρουργική αλλαγή φύλου, η ψυχοθεραπεία, ατομική ή ομαδική, μπορεί να τα βοηθήσει ν' αποδεχθούν το ανατομικό τους φύλο, να γίνουν ικανά να βιώνουν ευχαρίστηση από τα γεννητικά τους όργανα και να προσαρμοστούν καλύτερα κοινωνικά και επαγγελματικά.
Και σε άτομα, όμως, που έκαναν χειρουργική αλλαγή φύλου, η ψυχοθεραπεία μπορεί να τα βοηθήσει να προσαρμοστούν καλύτερα στον νέο φυλετικό τους ρόλο (ιδιαίτερα αν είχαν έντονα ψυχολογικά προβλήματα πριν την εγχείρηση συνδεόμενα με κάποια διαταραχή προσωπικότητας και που συνεχίζουν και μετά την εγχείρηση).
Διαταραχή της Ταυτότητας Φύλου Μη Προσδιοριζόμενη Αλλιώς
Η κατηγορία αυτή είναι για διαταραχές της ταυτότητας φύλου που δεν μπορούν να ταξινομηθούν ως κάποια συγκεκριμένη Διαταραχή της Ταυτότητας Φύλου.
Παραδείγματα:
1. Καταστάσεις ενδιάμεσου φύλου (π.χ. σύνδρομο μη ευαισθησίας στα ανδρογόνα ή συγγενής υπερπλασία των επινεφριδίων) και συνοδός φυλετική δυσφορία.
2. Παροδική, σχετιζόμενη με στρες συμπεριφορά ένδυσης με ρούχα του αντίθετου φύλου.
3. Επίμονη ενασχόληση με ευνουχισμό ή εκτομή του πέους, χωρίς επιθυμία ν' αποκτήσει τα σεξουαλικά χαρακτηριστικά του άλλου φύλου.