ΚΑΜΙΑ ΚΑΤΑΔΙΚΑΣΤΙΚΗ ΕΤΥΜΗΓΟΡΙΑΔεν ανακοινώθηκε καμία καταδικαστική ετυμηγορία. Την στιγμή που οι στρατιώτες τον οδηγούσαν προς την εκτέλεση, τα λόγια του δικαστή ακόμη ηχούσαν στον αέρα. Δίκαιος άνθρωπος, αθώος των κατηγοριών, οι οποίες διατυπώθηκαν σε βάρος του. Δεν εκτελέστηκε νόμιμα. Το αν δολοφονήθηκε για δικονομικούς ή πολιτικούς λόγους, μάλλον δεν έχει καμία σημασία.
Εξιστορώντας τη δίκη του Χριστού, συνέραψα τις διάφορες αφηγήσεις των τεσσάρων ευαγγελίων κατά τέτοιον τρόπο, ώστε να παρουσιαστεί όσο το δυνατόν πιο καθαρά το εμπλεκόμενο νομικό ζήτημα, αφού η κάθε αφήγηση παρουσίαζε από μόνη της κενά.
Το συμπέρασμα είναι προφανώς ότι ο Ιησούς, ο πρωταγωνιστής των 4 ευαγγελίων, δεν καταδικάσθηκε ποτέ νόμιμα από οποιοδήποτε δικαστήριο.
Στη συνεδρίαση της Σανχεντρίν, δικάσθηκε από δικαστές φατριαστές, οι οποίοι συνεκάλεσαν το δικαστήριο παρανόμως, παρατύπησαν ως προς τη διεξαγωγή και εξέδωσαν εξίσου παράτυπη ετυμηγορία. Συν τοις άλλοις, η ποινή του δεν εγκρίθηκε από τον αρμόδιο αξιωματούχο, ενώ νέα ποινή του επιβλήθηκε και ετέθη υπό την κρίση και την αρμοδιότητα του αξιωματούχου αντί εκείνης.
Ενώπιον του Πιλάτου, ανακηρύχθηκε αθώος τουλάχιστον τέσσερις φορές. Ουδέποτε κηρύχθηκε ένοχος για οποιοδήποτε αδίκημα και εκτελέστηκε χωρίς σχετική εντολή.
Ενώπιον του Ηρώδη είχε κηρυχθεί επίσης αθώος των κατηγοριών, οι οποίες τον βάραιναν. Ήταν θύμα θρησκευτικού μίσους και βάδιζε προς το θάνατο, για να ικανοποιήσει τις απαιτήσεις εκείνων, οι οποίοι φοβόντουσαν να αφήσουν τους ανθρώπους να σκεφθούν.
Το να διαβάσει κάποιος την ιστορία της δίκης απαιτεί λίγα λεπτά της ώρας.
Είναι αδύνατο να απαντηθούν όλα τα ερωτήματα, τα οποία προκύπτουν στο νου του αναγνώστη.
Η αφήγηση είναι σύντομη, λιτή και σχεδόν χωρίς πάθος. Παρόλα αυτά, η ιστορία, όπως παρουσιάζεται, είναι απερίγραπτα θλιβερή. Η αδικία έναντι του κεντρικού προσώπου είναι σπαραξικάρδια.
Όμως, αυτό το οποίο είναι κυρίως πιο λυπηρό είναι ότι σε όλη αυτή την τραγική σκηνή δείχνει να μην υπάρχει ούτε ένας άνθρωπος, εκτός ενός, αντάξιος πιστός και νομιμόφρων ενήλικας.
Ίσως η ιστορία να μην έχει καταγραφεί πλήρως.
Πιθανά κάτω από την αμείλικτη λάμψη του λευκού φωτός του χαρακτήρα του Χριστού, οι άνθρωποι δείχνουν ποταποί.
Σίγουρα, ανάμεσα στους Ρωμαίους, των οποίων το περί δικαίου αίσθημα ήταν από τα υψηλότερα, στους ηγέτες και τους Γραμματείς των Ιουδαίων, οι οποίοι λάτρευαν το Γιαχβέ με αφοσίωση, ανάμεσα στο τεράστιο πλήθος, το οποίο ακολουθούσε τον Ιησού, ανάμεσα στους μαθητές, οι οποίοι είχαν ζήσει μαζί του και από τα ίδια του τα χείλη είχαν ακούσει το κήρυγμά του και οι οποίοι εν συνεχεία υπέμειναν μαρτύρια στο όνομά του, θα υπήρχε έστω ένας άνθρωπος. Είναι δύσκολο να πιστέψει κανείς ότι όλη η ιστορία έχει καταγραφεί.
Εν κατακλείδι, επιτρέψτε μου μοναχά να διατυπώσω μία πρόταση, από νομικής πάντα απόψεως και με βάση τη δίκη, την οποία περιέγραψα πιο πάνω.
Συχνά οι άνθρωποι έχουμε την τάση να καταδικάζουμε τις διαδικασίες του δικονομικού συστήματος. Αγανακτισμένοι με τις συνθήκες ή το χαρακτήρα ενός εγκλήματος, κηρύσσουμε αμέσως ένοχο τον κατηγορούμενο και αδημονούμε κατά τη διαδικασία ή με τα τεκμήρια τα οποία περιβάλλεται κατά το νόμο και βάσει των οποίων οφείλει το δικαστήριο να τον προστατέψει.
Οι διαδικασίες οι οποίες τηρούνται από τα δικαστήρια αποτελούν την καλύτερη δυνατή έκφραση της καταληκτικής απόφασης των νομομαθών για μία σωστή διεξαγωγή δίκης, η οποία προορίζεται να προσεγγίσει την αλήθεια. Αλλάζουν με αργούς ρυθμούς, επειδή θα πρέπει πάντα να αλλάζουν προς το καλύτερο κι όχι προς το χειρότερο. Θα πρέπει πάντα να προστατεύουν από τυχόν αδικίες αντί να τις ευνοούν. Για όσο κι αν ισχύουν, θα πρέπει να τηρούνται με απαράμιλλο ζήλο. Η ζωή και η ελευθερία είναι τόσο ιερές έννοιες, που είναι ανεπίτρεπτο να καταστρέφονται εξ αιτίας της όποιας κατακραυγής ή του όποιου πάθους της στιγμής. Εάν οι πρέπουσες νομικές διαδικασίες είχαν τηρηθεί στην περίπτωση της δίκης του Χριστού, το πιο πιθανό είναι ότι δε θα είχε καταδικασθεί και δε θα είχε εκτελεσθεί.
Ακόμα και στην προσωπική μας ζωή, θα έπρεπε να τηρούμε πιστά τους τύπους και το πνεύμα του νόμου.
Συχνά δικάζουμε, ενώπιον των προκαταλήψεών μας, εκείνους οι οποίοι δε συμπεριφέρονται αποκλειστικά σύμφωνα με τις δικές μας δογματικές αντιλήψεις και, χωρίς να μπαίνουμε στον κόπο καν ν’ ακούσουμε την άλλη πλευρά, τους καταδικάζουμε και απαιτούμε να σταυρωθούν από τον Πιλάτο της κοινής γνώμης.
Κάποιες φορές, φτάνουμε και στο σημείο να τους σύρουμε έξω από το μαρτύριο μίας άλλης Γεσθημανής μέσα στη νύχτα, ώστε να εκδώσουμε την ετυμηγορία μας και να απαιτήσουμε την κοινωνική ή πολιτική εξόντωσή τους. Και υπ' αυτές τις συνθήκες, οτιδήποτε κι αν γνωρίζουμε γι’ αυτούς, δεν σκεφτόμαστε ποτέ ότι μπορεί να είναι πρίγκιπες στο βασίλειο της αλήθειας.
Ας απαγγέλλουμε κατηγορητήριο εναντίον συνανθρώπων μας μόνον ενώπιον της Σανχεντρίν των συνειδήσεών μας. Ας μην επιτρέπουμε σε πάθη, επιδιώξεις και κακόβουλα αισθήματα να προκαταβάλουν το δικαστήριο. Ας τους θεωρούμε αθώους έως ν’ αποδειχθούν ένοχοι. Ας απαιτούμε την ύπαρξη τουλάχιστον δύο μαρτυριών και όχι ψευδών, οι οποίες θα πρέπει να είναι σύμφωνες μεταξύ τους.
Ας ορίζουμε την Ανοχή μας συνήγορο του κατηγορουμένου και ας δεχόμαστε ελευθέρως τεκμήρια της αθωότητός τους. Εάν η ετυμηγορία μας είναι αθωωτική, ας την αναγορεύουμε αμέσως και ξεκάθαρα. Εάν πρόκειται για καταδικαστική, ας εκδίδεται μόνον μετά από μία ημέρα νηστείας, προσευχής και διαλογισμού.
Ακόμα και μετά την εκφώνηση της απόφασης, ας μη λύουμε τη συνεδρίαση του δικαστηρίου της Ανθρωπιάς μας και ας τοποθετούμε τα σημαιάκια σηματοδοσίας από την Αίθουσα έως τον τόπο εκτέλεσης. Και καθώς εκείνος, τον οποίο καταδικάσαμε, οδηγείται κατά την κρίση, ας επιτρέπουμε στον πρώτο τυχόντα μάρτυρα γεγονότος, αμφιβολίας ή απλής φήμης υπέρ του, να αναστέλλει την εκτέλεση και να του εκχωρεί το δικαίωμα να δικασθεί εκ νέου.
Παραφράζοντας τη ρήση σχετικά με τη Σανχεντρίν, ας λέμε για τον εαυτό μας:
«Αποζητά να σώσει τον ψυχισμό, όχι να τον θανατώσει».
"Virtus Junxit Mors Non Separabit" (Whom virtue unites, death will not separate)
Edited by - Zadok on 26/03/2004 01:59:24