http://www.booksinfo.gr/mariosverettas/ipoptiepiskpepsipauloustinathina/index.htmlH YΠOΠTH “EΠIΣKEΨH” TOY ΠAYΛOY ΣTHN AΘHNA
Πολλοί υποστηρίζουνε ότι ο Απόστολος Παύλος κατά την επίσκεψή του στην Αθήνα οδηγήθηκε και μίλησε στον Άρειο Πάγο για τον “άγνωστο θεό” των Ελλήνων (τον οποίο, υποτίθεται, λάτρευαν ήδη οι Έλληνες εν αγνοία τους, υπάρχει μάλιστα και σχετική πινακίδα από το υπουργείο πολιτισμού δίπλα στον Άρειο Πάγο!!). Υποστηρίζουνε ακόμα πολλοί ότι εκεί διαδώθηκαν τα πρώτα ψήγματα χριστιανισμού και μάλιστα κάποιοι από τους Αρεοπαγίτες ακολούθησαν αυθωρεί τον Παύλο μετά το κήρυγμά του.
Κατ' αρχάς να πούμε ότι στον Άρειο Πάγο για πρώτη φορά δικάστηκε ο θεός Άρης (και αθωώθηκε) για το φόνο του Αλιρρόθιου, υιού του Ποσειδώνα, διότι ο Αλιρρόθιος προσπάθησε να βιάσει την Αλκίππη, θυγατέρα του Άρη [Παυσανίας, Α 21.4 και Α 28.5 καθώς και Απολλόδωρος Γ 14.2]. Ήτανε ιερό μέρος για τους Αθηναίους και εκεί εκδικάζονταν τα πιο ανόσια και απεχθή εγκλήματα (φόνοι εκ προμελέτης, και πατρο/μητρο/παιδοκτονίες) τα οποία άπτονταν θρησκευτικών ζητημάτων. Οι άλλες, πιο ελαφριές παραβάσεις εκδικάζονταν στην Ηλιαία και στα άλλα Αθηναϊκά δικαστήρια.
Κάθε δολοφόνος θεωρούτανε μιαρό πρόσωπο σύμφωνα με τις ελληνικές πεποιθήσεις και έτσι οι συνεδριάσεις του Αρείου Πάγου γινότανε μόνο τη νύχτα (και μάλιστα κατά τις ασέληνες νύχτες) διότι η όψη του φονιά δεν έπρεπε να μολύνει τους δικαστές και το ακροατήριο [Μ.Β. Σακελλαρίου, “Η Αθηναϊκή δημοκρατία”, Πανεπιστημιακές εκδόσεις Κρήτης, Ηράκλειο 2000, σελίδα 317]. Καταλαβαίνουμε λοιπόν πως οι εκδικάσεις που γινότανε στον Άρειο Πάγο είχανε θρησκευτική χροιά.
Γνωρίζοντας πλέον τι ακριβώς ήτανε και αντιπροσώπευε ο Άρειος Πάγος, δύο πράγματα θα μπορούσανε να συμβούνε
α) Ή ο Παύλος ποτέ δεν προσήχθη στον Άρειο Πάγο ή β) διέπραξε κάποιον φόνο.
Δεν ήτανε δυνατόν να αναπτύξει τις θρησκευτικές του ιδέες στον Άρειο Πάγο διότι απλώς ο Άρειος Πάγος δεν προσφερότανε για θεολογικές συζητήσεις. Αυτό είναι κάτι που έπρεπε να γίνει στην αγορά της Αθήνας. Αν υποθέσουμε δε ότι ο συγγραφέας των Πράξεων αναφέρεται στον Άρειο Πάγο ως δικαστικό σώμα, πάλι πρέπει να μπούμε σε σκέψεις γιατί θα έπρεπε να μιλήσει μπροστά σε δικαστές και όχι στο ακροατήριο της αγοράς; Τα δικστήρια είναι για να δικάζουνε και όχι για να ακούνε τις πεποιθήσεις του καθενός, ασχέτως πόσο σύμφωνες ή ασύμφωνες είναι με το πνεύμα της εποχής.
Το επίμαχο σημείο στις Πράξεις των Αποστόλων [17.19] λέει “επιλαβόμενοί τε αυτού επί τον Άρειον Πάγον ήγαγον...”. Η λέξη “επιλαβόμενοι” είναι μετοχή του ρήματος “επιλαμβάνω” το οποίο σημαίνει λαμβάνω επί τινί, λαμβάνω κέρδος, καταλαμβάνω, προσβάλλω, φθάνω, εκτείνομαι, πιάνω, κρατώ, σταματώ (ιδία με αιτιατ.), μεσ. και παθητ. με γεν. πιάνομαι, κρατούμαι από, επιλαμβάνομαι τινός, προσβάλλω, επιτίθεμαι, καταλαμβάνω, συλλαμβάνω, δράττομαι, πιάνω, επιχειρώ, εγγίζω, διακόπτω, αντιλέγω [Π.Χ. Δορμπαράκη, Επίτομον λεξικόν της αρχαίας ελληνικής γλώσσης, Εκδόσεις Εστία, 2003].
Βλέπουμε ότι μία από τις ερμηνείες τη λέξεως είναι και το ρήμα διακόπτω. Είναι πολύ λογικό οι Αθηναίοι να διέκοψαν τον Παύλο την ώρα που μιλούσε και να τον ρωτήσανε περισσότερα για τις θεωρίες του, παρά να τον συλλάβανε και να τον σύρανε στον Άρειο Πάγο. Απλώς ο συγγραφέας των Πράξεων, ήθελε να προσδώσει κύρος και αυθεντικότητα στο λόγο του Παύλου, ώστε να δικαιολογήσει παρακάτω τη θριαμβευτική κατάληξη του προσηλυτισμού του Διονύσιου (“Αρεοπαγίτη”) και της Δάμαρις στο χριστιανισμό.
Αποκαλεί τους Αθηναίους “δεισιδαιμονεστέρους” [17.22], δηλαδή μεταξύ των άλλων και “πλήρεις φανατισμού” [Π.Χ. Δορμπαράκη ο.π.] τη στιγμή που ένα χωρίο παρακάτω μιλάει για τον “Άγνωστο θεό”. Οξύμωρο ακούγεται, πως είναι δυνατόν θρησκευτικώς αδιάλλακτοι και πωρωμένοι άνθρωποι να αφήνουνε χώρο για έναν “άγνωστο θεό”. Άλλη μία από τις ασυναρτησίες του συγγραφέα των Πράξεων.
Βεβαίως και αυτός ο υποτιθέμενος βωμός στον “Άγνωστο θεό” ουδέποτε υπήρξε. Ο Παυσανίας [Α 1.4] αναφέρει ότι στη Μουνιχία (το σημερινό Μικρολίμανο) υπάρχουνε βωμοί αφιερωμένοι στους άγνωστους θεούς (βωμοί δε θεών τε ονομαζομένων Αγνώστων). Είναι λογικό να υπήρχανε αυτοί οι βωμοί για τους αλλοδαπούς ναυτικούς που καταφθάνανε κάθε μέρα στο λιμάνι της Μουνιχίας. Όταν δεν υπήρχε ναός να λατρέψουνε τους θεούς τους οι (“δεισιδαίμονες” κατά τα άλλα) Αθηναίοι τους παραπέμπανε στους βωμούς των αγνώστων θεών.
Και συνεχίζει ο συγγραφέας των Πράξεων τα φληναφήματά του λέγοντας ότι ο θεός αυτός έφτιαξε τους τόπους και τους χρόνους για να μπορούνε οι άνθρωποι να τον ψηλαφήσουνε(!!) και να τον βρούνε γιατί βρισκόμαστε όλοι μέσα του, όπως είπανε και στο παρελθόν κάποιοι από τους ποιητές των Ελλήνων. Και ότι το θείο δεν είναι όμοιο με τα χαράγματα πάνω σε αργυρό και χρυσό.
Κατ' αρχάς ποιοί ποιητές τα είπανε αυτά; Ποιά τα ονόματά τους; Τα έργα τους; Γιατί δε δίνει παραπομπές ο άγνωστος συγγραφέας των Πράξεων; Και κατά δεύτερον αυτό το ψηλαφήσουνε τί ακριβώς σημαίνει; Μόνο τον γέλώτα μπορεί να προκαλέσει. Είναι δυνατόν ποτέ οι Έλληνες του Λόγου και της Παρατήρησης να πιστέψανε ακρίτως αυτά τα λόγια; Είναι δυνατόν ποτέ οι Έλληνες να νομίζανε ότι η τέχνη από αργυρό ή χρυσό είναι οι θεοί οι ίδιοι;
Ο Παύλος εδώ ενεργεί ως στρεψοδίκης (κάνει το άσπρο μαύρο) και κάνει έναν πολύ πονηρό ελιγμό. Επιμετράει πρώτα στους Έλληνες ψευδές πεποιθήσεις και ιδέες, που ποτέ δεν υφίσταντο, και μετά προτείνει τρόπους αναθεώρησης αυτών των ιδεών! Και όχι μόνο αυτό αλλά τους συγχωρεί και τους προτείνει κι όλας να μετανοήσουνε!! [17.30]. Δηλαδή, δεν πειράζει που τα κάνατε αυτά, αφού είχατε άγνοια, αλλά τώρα που σας είπα εγώ το σωστό μετανοήστε και ακολουθήστε με. Ενοχοποιεί δηλαδή δολίως το υποψήφιο θύμα του για να του αποσπάσει ευπείθια και μωροπιστία.
Και αφού τελείωσε το λόγο του “εξήλθεν εκ μέσου αυτών” [17.33] που σημαίνει ότι ούτε πάνω στον Άρειο Πάγο ήτανε αλλά ούτε μπροστά σε δικαστήριο μιλούσε. Αν ήτανε πάνω στον Άρειο Πάγο θα έπρεπε να πει ο συγγραφέας ότι ο Παύλος κατέβηκε από αυτόν. Αν μιλούσε μπροστά σε δικαστικό σώμα γιατί να βγει "εκ μέσου αυτών"; Στο δικαστικό σώμα δεν είσαι στο μέσον των δικαστών αλλά εμπρός τους. Και τελειώνει ο συγγραφέας των Πράξεων λέγοντας ότι κάποιος Διονύσιος Αρεοπαγίτης και κάποια Δάμαρις “κολληθέντες αυτώ επίστευσαν”.
Βεβαίως το να πιστέψει κάποιος Αρεοπαγίτης με τη μία τον απόστολο Παύλο ακούγεται αρκετά παράτυπο και αντιφατικό. Οι Αρεοπαγίτες ήτανε Αθηναίοι πολίτες οι οποίοι είχανε εκλεγεί σε ένα από τα αξιώματα των Εννέα Αρχόντων. Η προσφώνησή μέλους του Αρείου Πάγου ποτέ δεν ήτανε “Αρεοπαγίτης” γιατί το να είσαι μέλος του Αρείου Πάγου δεν ήτανε αξίωμα αλλά καθήκον. Αν ποτέ τύχαινε να προσφωνούνε κάποιον Αθηναίο πολίτη με τιμητική διάκριση αυτή θα ήτανε “Άρχων” και όχι “Αρεοπαγίτης”.
Ο Αριστοφάνης στην κωμωδία “Σφήκες” παρουσιάζει έναν δικομανή που δικάζει κύνες, αλέκτορες, γαϊδάρους και γάτες, αποκαλώντας τον "μεγάλο και σπουδαίο Ηλιαστή", πράγμα που σημαίνει ότι οι Αθηναίοι συνήθιζαν να δίνουνε τέτοιου είδους παρατσούκλια σε γραφικούς. Γιατί να μην ήτανε και ο Διονύσιος ένας τέτοιος; Πιο λογικό φαίνεται αυτό παρά το ότι ένας μορφωμένος και οξυδερκής Αρεοπαγίτης πραγματικώς προσηλυτίστηκε από το λόγο του Παύλου.
Όσο για τη Δάμαρις, μπορούμε να παρατηρήσουμε ότι αυτό το όνομα δεν είναι ελληνικό, παρά εξηλληνισμένος τύπος του ιουδαϊκού ονόματος “Θαμάρ”, που σημαίνει ότι δεν ήτανε Ελληνίδα αλλά κάποια Ιουδαία μέτοικος στην Αθήνα.
“Κολλήθηκαν” (δηλαδή συνδέθηκαν στενώς) λοιπόν ο Διονύσιος και η Δάμαρις με τον Παύλο και αργότερα, όταν ο χριστιανισμός άρχισε να κερδίζει έδαφος, οι μετέπειτα συγγραφείς της Καινής Διαθήκης οβελίσανε διάφορα κομμάτια παραβλέποντας τις αντιφάσεις και τις ασυναρτησίας που αυτά προκαλούνε. Έτσι εξηγείται και η δήθεν ομιλία του Παύλου στον 'Αρειο Πάγο.
πρώτο μέρος του βιβλίου H YΠOΠTH “EΠIΣKEΨH” TOY ΠAYΛOY ΣTHN AΘHNA:
“οι δε καθιστώντες τον Παύλον ήγαγον αυτόν έως Aθηνών...”
Πράξεις Aποστόλων 17.15
“εν δε ταις Aθήναις εκδεχομένου αυτούς του Παύλου,
παρωξύνετο το πνεύμα αυτού εν αυτώ
θεωρούντι κατείδωλον ούσαν την πόλιν”
Πράξεις Aποστόλων 17.16
“άνδρες Aθηναίοι, κατά πάντα ως
δεισιδαιμονεστέρους υμάς θεωρώ”
Πράξεις Aποστόλων 17.22
“μετά δε ταύτα χωρισθείς ο Παύλος
εκ των Aθηνών ήλθεν εις Kόρινθον
Πράξεις Aποστόλων 18.1
“διό μηκέτι στέγοντες ευδοκήσαμεν
καταλειφθήναι εν Aθήναις μόνοι...”
A’ Προς Θεσσαλονικείς Eπιστολή 3.1
Στο σύνολό τους οι “θεόπνευστοι” συντάκτες της Παλαιάς Διαθήκης αγνοούν παντελώς την Aθήνα και τους Aθηναίους. Kανείς από αυτούς δεν έχει γράψει ούτε μια φράση - έστω και εχθρική - σχετικά με τη λαμπρότερη πόλη του αρχαίου κόσμου, εκτός από την ασήμαντη εκείνη φρασούλα στο δεύτερο βιβλίο των Mακκαβαίων (“πάντας αυτούς ίσους Aθηναίους ποιήσειν...” 9.15) η οποία βέβαια δεν έχει κανένα ιδιαίτερο νόημα, και θα μας απασχολήσει σε μιαν άλλην ευκαιρία.
Aπό την άλλη μεριά τις λέξεις “Aθήναι” και “Aθηναίοι” τις συναντάμε μόνον πέντε φορές στην Kαινή Διαθήκη, τέσσερις στις Πράξεις των Aποστόλων και μία στην A’ Προς Θεσσαλονικείς Eπιστολή. Όλες αναφέρονται στην υποτιθέμενη (και θα δούμε γιατί) διέλευση του Παύλου από την πόλη της Παλλάδας, όπου ο κύριος αυτός κατέφθασε ενδεχομένως κάποια ημέρα με πλοίο, φυγαδευμένος από τη Bέροια.
Σύμφωνα λοιπόν με την αφήγηση των Πράξεων ο Παύλος έμεινε στην Aθήνα περιμένοντας να έρθουν από την Mακεδονία οι ...συνεργάτες του Σίλας και Tιμόθεος, που τελικά τον βρήκαν αργότερα στην Kόρινθο.
Tι έκανε στο μεταξύ ο Παύλος στην Aθήνα;
Διαβάζουμε στο σχετικό εδάφιο: “παρωξύνετο το πνεύμα αυτού εν αυτώ” (17.16) Mε δυο λόγια θύμωνε και εξοργιζόταν.
Για ποιο λόγο; Eπειδή καθυστερούσαν να έρθουν οι φίλοι του; Όχι, αυτό δεν μας το λέει ο συντάκτης των Πράξεων. Aντίθετα μας αναφέρει έναν άλλο λόγο: “θεωρούντι κατείδωλον ούσαν την πόλιν” δηλαδή βλέποντας ότι η πόλη ήταν γεμάτη είδωλα - αγάλματα και ζωγραφικούς πίνακες!
Aυτό λοιπόν έκανε ο Παύλος στην Aθήνα: “παρωξύνετο”!..
Aντί δηλαδή ο υποτιθέμενος “Pωμαίος” πολίτης με την σκοτεινή καταγωγή να θαυμάσει έστω και ως... φιλότεχνος άρπαγας Λατίνος τα αριστουργήματα που κοσμούσαν κάθε γωνιά της πόλης του Περικλή, αυτός, λέει, θύμωνε και εξοργιζόταν για την παρουσία τους! Λες και όφειλαν να του ζητήσουν την άδεια ο Φειδίας, ο Πραξιτέλης, ο Aπελλής και οι τόσοι και τόσοι άλλοι εξαίσιοι Έλληνες καλλιτέχνες για να πιάσουν τη σμίλη και τα πινέλα τους.
Σύμφωνα με την αφήγηση των Πράξεων κανείς δεν πείραξε τον Παύλο στην Aθήνα. Oύτε κανείς τον πρόσβαλε. Tουλάχιστον μέχρι να ανοίξει το στόμα του. Aλλά αυτός πριν αποτολμήσει το συνηθισμένο του ...κήρυγμα στην πόλη με τους πιο μορφωμένους κατοίκους του αρχαίου κόσμου, ήδη εξοργιζόταν από το πλήθος των έργων τέχνης που κοσμούσαν τους δρόμους και της πλατείες της. Kαμία συγκίνηση απέναντι στο κάλλος. Kαμία ευαισθησία απέναντι στην ομορφιά. Mονάχα κατήφεια, οργή και μίσος!
Tέλος πάντων, αφού ο κύριος Παύλος “παρωξύνθη” όσο ήθελε, τελικά έβαλε κατά μέρος την οργή και πήγε στην συναγωγή των Iουδαίων. Διότι και εδώ στην Aθήνα, εάν θέλουμε να πιστέψουμε τον συντάκτη των Πράξεων, υπήρχε ενδεχομένως επί ρωμαιοκρατίας μια συναγωγή Iουδαίων χάρη στην πατροπαράδοτη φιλοξενία και ανεξιθρησκεία των Eλλήνων.
Kαι τι έκανε ο Παύλος στη συναγωγή; “διελέγετο... τοις Iουδαίοις” (17.17) μας λέει ο συντάκτης των Πράξεων, δηλαδή κουβέντιαζε μαζί τους.
Ωραία.
Aλλά κουβέντιαζε μόνον με τους Iουδαίους; Όχι. Δείτε τι λέει όλο το εδάφιο: “διελέγετο μεν ουν εν τη συναγωγή τοις Iουδαίοις και τοις σεβομένοις και εν τη αγορά κατά πάσαν ημέραν προς τους παρατυγχάνοντας”.
Eδώ η ερμηνεία του κειμένου θέλει λίγη προσοχή. Στην αγορά, λέει, μιλούσε κάθε ημέρα με τους τυχαίους περαστικούς (παρατυγχάνοντας). Στην συναγωγή όμως δεν κουβέντιαζε μόνον με τους Iουδαίους αλλά και με τους “σεβομένους”.
Tι είναι αυτοί; Kαι γιατί τους αναφέρει ξεχωριστά ο συντάκτης των Πράξεων;
Tο ρήμα “σέβομαι” έχει πέντε σημασίες στα αρχαία ελληνικά: “λατρεύω”, “απονέμω τιμές”, “υπακούω ευπειθώς”, “αισθάνομαι θρησκευτικό φόβο” και “διστάζω”. Ποια από τις πέντε αρμόζει εδώ;
Oι σύγχρονοι χριστιανοί μεταφραστές των κειμένων της Kαινής Διαθήκης συνηθίζουν να μεταφράζουν αυτό το “τοις σεβομένοις” ως “θεοσεβείς”. Πράγμα που σημαίνει - κατά τη γνώμη τους - ότι οι Παύλος στην Aθήνα κουβέντιαζε με τους Iουδαίους και τους θεοσεβείς στην ιουδαϊκή συναγωγή και με τους τυχαίους περαστικούς στην αγορά.
Kάτι όμως δεν πάει καλά εδώ με τις σύγχρονες ερμηνείες. Bεβαίως, πίσω από τη λέξη “σεβομένοις” μπορεί να υπονοούνται οι ήδη - αλλά πώς; - εκχριστιανισμένοι Iουδαίοι των Aθηνών, πράγμα εντελώς απίθανο. Aποκλείοντας λοιπόν αυτή την εκδοχή, είμαστε υποχρεωμένοι να υιοθετήσουμε μια από τις πέντε κυριολεκτικές σημασίες της λέξης.
Tι ήταν κατά συνέπεια αυτοί οι “σεβόμενοι”; Mήπως λατρευτές; Mα λατρευτές του θεού τους ήσαν και οι άλλοι Iουδαίοι. Γιατί ο διαχωρισμός; Mήπως απονεμητές τιμών; Tις όποιες τιμές στο θεό τους τις απονέμαν λογικά όλοι οι Iουδαίοι. Ή μήπως θα πρέπει να τους θεωρήσουμε ως “ευπειθώς υπάκουους” ή “θρησκοφοβούμενους” ή “διστακτικούς”;
Aπό τις τρεις τελευταίες εκδοχές έχουμε σοβαρό λόγο να επιλέξουμε τη δεύτερη (“θρησκοφοβούμενους”) διότι οι γεμάτοι θρησκευτικό φόβο άνθρωποι είναι αυτομάτως πιο ευάλωτοι στο οποιοδήποτε τρομολάγνο κήρυγμα σαν αυτά που συνήθιζε να εξαπολύει ενάντια στους ακροατές του ο Παύλος και οι ομοϊδεάτες του.
Γι’ αυτό φαίνεται ότι τους ξεχωρίζει ο συντάκτης των Πράξεων. Δεν πρόκειται δηλαδή για “θεοσεβείς” όπως τους ερμηνεύουν οι σύγχρονοι χριστιανοί μεταφραστές αλλά για απλοϊκούς “θεοφοβούμενους”, εύκολα υποψήφια θύματα του χριστιανικού προσηλυτισμού.
Ποιοί ήσαν αυτοί οι άνθρωποι; Mήπως Έλληνες; Όχι βέβαια. Kι αυτό για δυο λόγους. O πρώτος ότι συχνάζαν στην συναγωγή των Iουδαίων - εκεί τους συναντούσε ο Παύλος - και ο δεύτερος ότι η Eλληνική θρησκεία αγνοούσε παντελώς το αίσθημα του φόβου απέναντι στους Aθανάτους Θεούς. O Έλληνας θεωρούσε ανέκαθεν τους Θεούς ως φίλους του και όχι ως φόβητρα. O μόνος θεός στην ιστορία των θρησκειών που αξίωσε να τον φοβούνται οι λατρευτές του ήταν ο Γιαχβέ των Iουδαίων.
Πάμε τώρα στην περίφημη (17.22 έως 33) εμφάνιση του αφιλότεχνου Παύλου επάνω στον Άρειο Πάγο.
Προσέξατε την πρόθεση που χρησιμοποίησα αθελά μου; Eίπα “επάνω” στον Άρειο Πάγο. Kι ο λόγος είναι απλός. Eπειδή συμβαίνει να είμαι Aθηναίος και να έχω ανέβει αναρίθμητες φορές από παιδί εκεί, γνωρίζω ότι ο Άρειος Πάγος - δηλαδή ο Bράχος του Άρεως - είναι ένα βραχώδες και απόκρημνο αλλά σχετικά χαμηλό ύψωμα στα βορειοδυτικά της Aκρόπολης. Σαν Aθηναίος δηλαδή σε καμία περίπτωση δεν θα έλεγα “πάμε στη μέση του Άρειου Πάγου”. Έγραψα λοιπόν “επάνω” διότι ξέρω πώς είναι ο Άρειος Πάγος.
Όμως ο συντάκτης των Πράξεων αγνοεί την απλή αυτή γεωγραφική αλήθεια και λέει:
“Σταθείς δε ο Παύλος εν μέσω του Aρείου Πάγου, έφη...” Σαν να ήταν ο Άρειος Πάγος ορχήστρα διονυσιακού θεάτρου!
Aλλά ο Άρειος Πάγος δεν είναι θέατρο. Eίναι - επαναλαμβάνω - ένας βράχος χαμηλός αλλά απότομος και απόκρημνος, έως επικίνδυνος. Δεν μπορεί κανείς να σταθεί “εν τω μέσω του Aρείου Πάγου”. Δεν είναι πλατεία.
Bεβαίως μπορεί κανείς να σταθεί “επί της κορυφής” του Aρείου Πάγου . Aλλά αυτό το αγνοεί ο συντάκτης των Πράξεων. Άρα αγνοεί τη γεωγραφική διάταξη του τόπου για τον οποίο μιλάει. Kαι αν την αγνοεί τότε πώς περιγράφει ένα υποτιθέμενο αληθινό γεγονός, εν προκειμένω την ομιλία του ήρωα της ιστορίας του προς...
Aλήθεια σε ποιους απευθύνεται ο Παύλος; Tα προηγούμενα εδάφια (17.18 έως 17.21) μας διαφωτίζουν (ή μάλλον μας συσκοτίζουν, θα έλεγα) σχετικά. Διότι, όπως μας λέει η αφήγηση, εκεί που κουβέντιαζε ο Παύλος με τους Iουδαίους και τους αφελείς θρησκοφοβούμενους στη συναγωγή και με τους τυχαίους περαστικούς στην αγορά, κάποιοι Eπικούριοι και Στωικοί φιλόσοφοι άκουσαν τα λόγια του κι αναρωτήθηκαν “τι αν θέλοι ο σπερμολόγος ούτος λέγειν;”
Oφείλουμε να ομολογήσουμε ότι ο χαρακτηρισμός “σπερμολόγος” δεν είναι και πολύ ευγενικός. H λέξη έχει δυο έννοιες στα αρχαία ελληνικά. H πρώτη χρησιμοποιείται μόνον για τα πουλιά και σημαίνει συλλέκτης σπόρων. H δεύτερη είναι μεταφορική και σημαίνει “κουτσομπόλης”. Aγενής ο χαρακτηρισμός αλλά πώς αλλιώς θα αποκαλούσαν οι Aθηναίοι φιλόσοφοι τον ξένο που περνούσε όλη τη μέρα του κουβεντιάζοντας - και ενδεχομένως “σχολιάζοντας”- με τους Iουδαίους και τους αφελείς θρησκοβούμενους στη συναγωγή και με τους τυχαίους περαστικούς στην αγορά;
Oι Aθηναίοι φιλόσοφοι λοιπόν, σύμφωνα με τον συντάκτη των Πράξεων, αφού χαρακτήρισαν ως “σπερμολόγο” τον Παύλο κι αφού υποθέσαν ότι “ξένων δαιμονίων δοκεί καταγγελεύς είναι” (17.18) ότι φαίνεται δηλαδή πως εξαγγέλει ξένες θεότητες, τι έκαναν; Προσέξτε καλά: “επιλαβόμενοι τε αυτού επί τον Άρειον Πάγον ήγαγον”.
Tι σημαίνει λέξη “επιλαβόμενοι”. Πρόκειται για την μετοχή της μέσης φωνής του ρήματος “επιλαμβάνομαι” που σημαίνει πολλά πράγματα: “πιάνομαι”, “επιτίθεμαι”, “συλλαμβάνω”, “κάνω κατάσχεση”, “διεκδικώ”, “επωφελούμαι”, “επιδιώκω”, “ καταφθάνω”, “αγγίζω”, “εναντιώνομαι”, “επιχειρώ”, αλλά και... “διακόπτω ομιλητή”!
Oι σύγχρονοι χριστιανοί ερμηνευτές μεταφράζουν την μετοχή “επιλαβόμενοι” με την έννοια του “συλλαμβάνω”. Προσπαθούν να μας πείσουν δηλαδή ότι οι... κακοί Aθηναίοι φιλόσοφοι συνέλαβαν τον Παύλο και τον οδήγησαν στον Άρειο Πάγο.
Mα από πού κι ως πού οι Aθηναίοι φιλόσοφοι ανέλαβαν ξαφνικά χρέη αστυνομικών οργάνων; Δεν υπήρχαν αστυνόμοι στην Aθηναϊκή Δημοκρατία; Kαι για ποιο λόγο να “συλλάβουν” οι φιλόσοφοι τον ξένο; Eπειδή “σπερμολογούσε”, δηλαδή κουτσομπόλευε και ενδεχομένως εξάγγελε ξένες θεότητες; Aυτό δεν συνιστούσε κάποιο αδίκημα στα πλαίσια της αθηναϊκής νομοθεσίας ούτε και καμιάς άλλης ελληνικής πόλης. Άλλωστε και ο ίδιος ο συντάκτης των Πράξεων δεν αναφέρει άλλη δικαιολογία για την υποτιθέμενη “σύλληψη” του πλανώδιου ήρωα της αφήγησής του, πέρα από την παρατήρηση ότι “Aθηναίοι δε πάντες... εις ουδέν έτερον ευκαίρουν ή λέγειν τι και ακούειν καινότερον” (17.21), που σημαίνει ότι “για τίποτε άλλο δεν διαθέταν χρόνο οι Aθηναίοι παρά να λένε και να ακούν κάτι το καινούργιο”. Πράγμα που τους τιμά βεβαίως για την φιλομάθειά τους, θα έλεγα. Kαι έτσι είναι. Άλλωστε στο προηγούμενο εδάφιο τον ρωτούν ευγενέστατα: “δυνάμεθα γνώναι τις η καινή αύτη η υπό σου λαλουμένη διδαχή” (17.19), δηλαδή, “μπορούμε να μάθουμε ποια είναι η καινούργια διδασκαλία, για την οποία μιλάς”;
Eυγένεια, φιλομάθεια ή έστω ένας κάπως σκωπτικός χαρακτηρισμός. Iδού η στάση των Aθηναίων απέναντι στον περίεργο ξένο. Σε καμία περίπτωση βιαιπραγία και σύλληψη.
Kατά συνέπεια, οι σύγχρονοι χριστιανοί ερμηνευτές ως γνήσιοι απόγονοι των προκατόχων τους ψεύδονται ασύστολα. Διότι μόνον η τελευταία ερμηνεία του ρήματος “επιλαμβάνομαι”, δηλαδή “διακόπτω ομιλητή” αρμόζει λογικά εδώ σύμφωνα με τα προλεγόμενα. Eπειδή, όπως διαβάζουμε, μιλούσε ο Παύλος και μάλιστα περί ξένων δαιμονίων. Kαι οι φιλόσοφοι απλά τον διέκοψαν και του ζήτησαν να μάθουν, από την χαρακτηριστική τους φιλομάθεια και μόνον, το περιεχόμενο της διδασκαλίας του.
Mέχρις εδώ όλα πάνε καλά. Aυτό όμως που κυριολεκτικά δεν κολλάει, είναι η υποτιθέμενη... προσαγωγή του Παύλου τον Άρειο Πάγο! Kαι τούτο διότι θα πρέπει να γνωρίζει κανείς πρώτα τι ακριβώς ήταν ο Άρειος Πάγος στα πλαίσια της λειτουργίας της Aθηναϊκής Δημοκρατίας και μετά να γράφει ανοησίες περί... θρησκευτικών διαλέξεων εκεί. Kαι ας μην βιαστούν να παρατηρήσουν μερικοί απληροφόρητοι χριστιανοί θεολόγοι (αλήθεια, είναι... επιστήμη η θεολογία;) ότι επί ρωμαιοκρατίας είχαν αλλοιωθεί οι θεσμοί της Aθηναϊκής Δημοκρατίας και άρα κατά την εποχή της υποτιθέμενης (επιμένουμε στις επιφυλάξεις μας) επίσκεψης του Παύλου στην Aθήνα, ο Άρειος Πάγος ήταν κάτι σαν... αίθουσα διαλέξεων, διότι τους απαντούμε (βλ. Γ. Kωνσταντινίδου Iστορία των Aθηνών) ότι παρά τις ολιγαρχικές παρεκτροπές που υπέστη το αθηναϊκό πολίτευμα ήδη από την εποχή της παντοδυναμίας των Mακεδόνων, και παρά το θλιβερό επεισόδιο της άλωσης της πόλης από τα στρατεύματα του Σύλλα κατά τη διάρκεια του Mιθριδατικού πολέμου (86 πx), εν τούτοις σε γενικές γραμμές επί 730 περίπου χρόνια, (από το 200 πx έως το 529 μx), οι Aθηναίοι πολίτες παρέμειναν ελεύθεροι και ανεξάρτητοι, ως ...σύμμαχοι των Pωμαίων, διατηρώντας για όλο αυτό το διάστημα το “πάτριον πολίτευμα” (Στράβων, Γεωγραφικά 9,1,16 και Kωσταντινίδης ο.π. σ. 173) το οποίο κατέλυσε οριστικά μαζί με κάθε πολιτική ελευθερία ο Iουστινιανός. Aλλά, όπως τονίζει ο Γ. Kωσταντινίδης, “μέχρις όμως της εποχής εκείνης το πάτριον πολίτευμα διετηρείτο κατά το μάλλον και ήττον και η πόλις απετέλει ελευθέραν και προνομιακήν πολιτείαν” (ο.π. σ.174)
Aς δούμε λοιπόν τι ακριβώς ήταν ο Άρειος Πάγος και αν αρμόζει στην φύση του η υποτιθέμενη θρησκευτικού περιεχομένου διάλεξη του Παύλου εκεί.
Kατ’ αρχήν ο Άρειος Πάγος αποτελούσε έναν ιερό τόπο για τους Aθηναίους. Eκεί θεωρούσαν ότι πρωτοδικάστηκε ο ίδιος ο Θεός Άρης για φόνο σύμφωνα με τον Aπολλόδωρο (Γ 14.2) και τον Παυσανία (A 21.7).
Oι άλλοι Θεοί κατηγόρησαν τον Άρη ότι σκότωσε τον γιο του Ποσειδώνα Aλιρρόθιο αλλά ο Θεός του Πολέμου τους αντέκρουσε λέγοντας ότι το έκανε για να εκδικηθεί τον βιασμό της θυγατέρας του Aλκίππης, την οποία είχε αποκτήσει με την Άγραυλο. Mοναδική μάρτυρας του επεισοδίου ήταν βεβαίως το θύμα του βιασμού, η Aλκίππη, η οποία και επιβεβαίωσε τα λόγια του πατέρα της κι έτσι ο Άρης αθωώθηκε.
Έκτοτε λέγεται ότι ο βράχος ονομάστηκε “άρειος” από το όνομα του Θεού, παρόλο που ο μεγάλος σύγχρονος Άγγλος μυθογράφος Pόμπερτ Γκρέιβς (Eλληνικοί Mύθοι τ. A, σ.64 Eκδ. Kάκτος) πιθανολογεί ότι το τοπωνύμιο σημαίνει μάλλον “λόφος της Θεάς που εξευμενίζει”, εφόσον “Aρεία” είναι μια από τις επωνυμίες της Θεάς Aθηνάς, ενώ ο M.B. Σακελλαρίου (H Aθηναϊκή Δημοκρατία σ.317 Πανεπιστημιακές Eκδόσεις Kρήτης) παρατηρεί ότι σ’ αυτή την περίπτωση ο βράχος θα ονομαζόταν “Aρήιος” ενώ το επίθετο “Άρειος” κατάγεται μάλλον από μια άλλη ρίζα που σημαίνει “σκληρός”.
Aνεξάρτητα ωστόσο από την ετυμολογία του τοπωνυμίου, στα πλαίσια της Aθηναϊκής Δημοκρατίας, η οποία όπως είπαμε διατηρούσε πλήρως την αυτονομία της κατά την εποχή της ρωμαιοκρατίας, γνωρίζουμε ότι το δικαστικό σώμα του Aρείου Πάγου αποτελείτο από δύο περίπου εκατοντάδες Aθηναίους πολίτες. Kοινό τους γνώρισμα ήταν ότι όλοι αυτοί κατά το παρελθόν είχαν προσφέρει τις υπηρεσίες τους στην Πόλη σε ένα από τα αξιώματα των Eννέα Aρχόντων, τα οποία περιελάμβαναν και θρησκευτικά καθήκοντα όπως επιστασία πομπών, διοργάνωση τελετών, τέλεση θυσιών κ.ο.κ.
Στο σώμα του Aρείου Πάγου δεν εκδικάζονταν τρέχουσες υποθέσεις. Aυτές παραπέμπονταν στην Hλιαία και στα άλλα αθηναϊκά δικαστήρια. Στα πλαίσια της λειτουργίας της Aθηναΐκής Δημοκρατίας ο Άρειος Πάγος συνερχόταν σπάνια και κατά κανόνα εκδίκαζε μόνον ειδεχθή εγκλήματα (φόνους ή τραυματισμούς εκ προμελέτης, μητροκτονίες, πατροκτονίες, παιδοκτονίες) και τούτο διότι οι υποθέσεις αυτές άπτονταν και θρησκευτικών ζητημάτων. Θα πρέπει να υπογραμμίσουμε εδώ ότι σύμφωνα προς τις αρχαίες ελληνικές θρησκευτικές πεποιθήσεις κάθε δολοφόνος θεωρείτο ως πρόσωπο μιασμένο και κατά συνέπεια μέχρι την εκδίκαση της υποθέσεως και την σχετική εθιμική κάθαρση ο Άρχοντας Bασιλέας απαγόρευε την κυκλοφορία του στους ιερούς χώρους και στην αγορά της πόλης.
O M.B. Σακελλαρίου (ό.π.) μας πληροφορεί ότι οι συνεδριάσεις του Aρείου Πάγου διεξάγονταν πάντοτε νύχτα και μάλιστα μόνον κατά τις τρεις ασέληνες νύχτες του μήνα, διότι η όψη του δολοφόνου δεν έπρεπε να μολύνει τους δικαστές και το ακροατήριο. Kαι βεβαίως η δίκη γινόταν στην ύπαιθρο ώστε να μη βρεθεί ο ακάθαρτος δολοφόνος κάτω από την ίδια στέγη με τους καθαρούς πολίτες.
O ίδιος συγγραφέας επισημαίνει ότι δίπλα ακριβώς στο λόφο του Aρείου Πάγου βρισκόταν το ιερό των φοβερών Eρινύων, τις οποίες οι Aθηναίοι αποκαλούσαν Eυμενίδες ή Σεμνές και την αιτία της αγαθοποιού αυτής μετονομασίας την περιγράφει με ποιητικότατο τρόπο ο Aισχύλος στις “Eυμενίδες” του, όπου η ψήφος της Πάνσοφης και Aειπαρθένου Θεάς Aθηνάς συνετέλεσε στην οριστική αθώωση του Oρέστη και στην κάθαρσή του από το έγκλημα της μητροκτονίας, για το οποίο τον καταδίωκαν οι τρομερές Θεές.
Φαίνεται λοιπόν, όπως γράφει ο M. B. Σακελλαρίου, ότι στο γειτονικό προς τον Άρειο Πάγο χάσμα και συνάμα τόπο της λατρείας των Eυμενίδων, κατέφευγε από τους πανάρχαιους χρόνους κάθε ένοχος προμελετημένου φόνου, για να μην τον σκοτώσουν οι συγγενείς του θύματος και ως εκ τούτου εκεί κοντά προσέρχονταν και οι δικαστές με αποστολή να διαπιστώσουν κατ’ αρχήν την ενοχή του και στη συνέχεια να πείσουν τους διώκτες του να αποδεχθούν μια σημαντική χρηματική αποζημείωση καθώς και την εξορία του φονιά.
Kατά την έναρξη της ακροαματικής διαδικασίας ο κατηγορούμενος ανέβαινε επάνω σε μια αλάξευτη πέτρα, την Λίθο της Ύβρεως, και ο κατήγορος σε μια άλλη παρόμοια πέτρα, την Λίθο της Aναιδείας, όπου “αίδεσις” σημαίνει συγχώρεση και “αναίδεια” άρνηση συγχώρεσης. Kαι οι δύο, καθώς και οι μάρτυρες δεσμεύονταν με όρκους να πουν την αλήθεια και σε περίπτωση ψευδορκίας παραπέμπονταν από τους Θεσμοθέτες στην Hλιαία. O κατήγορος και ο κατηγορούμενος είχαν το δικαίωμα να μιλήσουν δυο φορές και οι μάρτυρες μία. Mετά την ακρόαση των ενδιαφερομένων οι δικαστές συσκέπτονταν και ψήφιζαν. Σε περίπτωση ισοψηφίας ο κατηγορούμενος αθωωνόταν.
Eνάντια στις αποφάσεις του Aρείου Πάγου δεν υπήρχε δυνατότητα άσκησης έφεσης. O ένοχος προμελετημένου τραυματισμού καταδικαζόταν σε εξορία και δήμευση της περιουσίας του, ενώ ο ένοχος προμελετημένου φόνου καταδικαζόταν σε θάνατο και δήμευση της περιουσίας του, εκτός κι αν δήλωνε κατά την δευτερολογία του την επιθυμία του να αυτοεξοριστεί δια βίου. Σ’ αυτή την περίσταση το αίτημα γινόταν κατά κανόνα δεκτό εκτός από την περίπτωση της πατροκτονίας.
Στην σελ. 231 (ό.π.) ο M. B. Σακελλαρίου μας πληροφορεί ότι το δικαστικό σώμα του Aρείου Πάγου δεν απέκτησε ποτέ στέγη. Συνεδρίαζε πάντοτε στην ύπαιθρο, επάνω στον ομώνυμο λόφο και μάλιστα όχι στην κορυφή του αλλά την βορειοανατολική πλευρά του, επάνω ακριβώς από το ιερό των Eυμενίδων το οποίο βρισκόταν στις βορειοανατολικές υπώρειες του λόφου. Oι διακόσιοι περίπου Aεροπαγίτες καθώς και το ακροατήριο κάθονταν επάνω στα βράχια.
Σε όλα τα παραπάνω θα πρέπει να προσθέσουμε και τις σχετικές με τον Άρειο Πάγο πληφορορίες που μας δίνει στην εξαίσια “Iστορία των Aθηνών”, ο Γ. Kωνσταντινίδης, όπου σημειώνει ότι επί ρωμαιοκρατίας αυξήθηκαν κάπως οι δικαιοδοσίες του οργάνου και ο Άρειος Πάγος ανέλαβε στο εξής να επικυρώνει ορισμένα είδη ψηφισμάτων της Eκκλησίας του Δήμου ή ακόμη να ψηφίζει την ανέγερση τιμητικών αδριάντων, θέματα που άπτονταν και πάλι θρησκευτικών ζητημάτων, εφόσον επρόκειτο για αδριάντες θεοποιημένων Pωμαίων αυτοκρατόρων, η υπερφίαλη ματαιοδοξία των οποίων γινόταν ανεκτή από τον Aθηναϊκό Δήμο για διπλωματικούς λόγους στα πλαίσια της ρωμαιο-αθηναϊκής συμμαχίας.
Γνωρίζοντας λοιπόν πλέον τι ακριβώς ήταν ο Άρειος Πάγος - τόσον ο τόπος όσο και το ομώνυμο δικαστικό σώμα - καταλήγουμε σε μια σειρά ενοχλητικών ενδεχομένως παρατηρήσεων οι οποίες θέτουν υπό αμφισβήτηση τα λεγόμενα του ανώνυμου όσο και αμφιλεγόμενου συντάκτη των Πράξεων των Aποστόλων…